Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2014

ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΑΕΤΟΥ-ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ


                 11 ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ 1943 
      Ο ΑΕΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ 1941-1944 
  Στις 28 Οκτώβρη 1940, η φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Ελλάδας. Στο διάστημα Οκτώβρη του 1940 – Απρίλη ο Ελληνικός στρατός, με την ομόθυμη ψυχική και υλική συμπαράσταση Ελληνικού λαού, ματαίωσε τα σχέδια του Μουσολίνι. Νίκησε τον ιταλικό στρατό και κυρίευσε πολλές περιοχές της Αλβανίας και έγραψε το αλβανικό έπος 1940 - 1941. 
  
  Στις 6 Απρίλη 1941, η Ελλάδα δέχθηκε και άλλη επίθεση από τις δυνάμεις της χιτλερικής Γερμανίας. Μεγάλο το βάρος, η Πατρίδα γονάτισε, μα δεν έπεσε, ο ελληνικός στρατός αποστρατεύθηκε, η Ελλάδα σκλαβώθηκε. Έτσι, ο ελληνικός λαός βρέθηκε κάτω από τη γερμανική και ιταλική, κατοχή. Οι «κυρίαρχοι» Γερμανοί παραχώρησαν την Πελοπόννησο και άλλες ακόμη περιοχές στους Ιταλούς. Ο νικημένος ιταλικός στρατός έφθασε στην επαρχία Τριφυλίας, σαν καταχτητής τώρα, τον Ιούνιο 1941. Στην ορεινή Τριφυλία λίγες ήσαν οι Ιταλικές δυνάμεις. Περί τους 150 άνδρες εγκαταστάθηκαν στο κέντρο της ορεινής Τριφυλίας το Κοπανάκι. Ενισχυμένο φυλάκιο από 150 άνδρες τοποθέτησαν στα γεφύρια της σιδηροδρομικής γραμμής μεταξύ Κοπανάκι — Καλονερό στη θέση Κακόρεμα.. Οι Γερμανοί κατασκεύασαν οχυρά και τοποθέτησαν βαρύ πυροβολικό βορειοανατολικά και σε απόσταση μιας περίπου ώρας από την Κυπαρισσία στην περιοχή του χωρίου Ράχες, με το οποίο όπως θα δούμε κανονιοβόλησαν τον Αετό. 
  
  Οι Ιταλοί, από τις πρώτες ημέρες, έβαλαν υπό τον έλεγχό τους όλες τις Ελληνικές αρχές, δικαστικές, αστυνομικές, διοικητικές και τα αρχεία τους ήσαν πάντοτε στη διάθεση τους. Έτσι, μέσα σε λίγες ήμερες η επαρχία Τριφυλίας βρέθηκε διοικητικά κάτω από την κυριαρχία του Ιταλικού στρατού κατοχής. Κατά την απογραφή του 1940 η Τριφυλία είχε περίπου 62.000 κατοίκους, από τους οποίους οι 20.500 περίπου ήσαν κάτοικοι στο ορεινό τμήμα της. Στις πλαγιές των βουνών οι κάτοικοι της ορεινής Τριφυλίας προσπαθούν να καλλιεργήσουν δημητριακά λάδι και σταφίδα. Πιο αποδοτική φυσικά ήταν η κτηνοτροφία. Στον Αετό στα μικρά πεζούλια φυτεύουν κρεμμύδια και άλλα κηπευτικά με το ευλογημένο νερό του κεφαλόβρυσου. Κατά την Εθνική Αντίσταση εναντίον των Ιταλογερμανών κατακτητών 1941-1944 συμμετέχει ενεργά σε αντιστασιακές οργανώσεις ,σχεδόν με ολόκληρο τον πληθυσμό του, που μετέχει από ενωρίς στην ιδέα της λευτεριάς της πατρίδας με τις τριάδες που σχηματίζουν στα πρότυπα της Φιλικής Εταιρείας, στη Νέα Φιλική Εταιρεία. Πολλοί πήραν τα όπλα και με αυταπάρνηση πολέμησαν για τη λευτεριά της Ελλάδας με πολλές θυσίες. 

  Η ΝΦΕ ιδρύθηκε αρχές Ιουλίου 1941.Το πρόγραμμα της ΝΦΕ ήταν αντιστασιακό, και στηριζόταν στη θέληση όλου του λαού. Ο Δημητράκης Κανελλόπουλος πρότεινε τον τίτλο Νέα Φιλική Εταιρεία, σε σύσκεψη στην Καλαμάτα, πού έγινε από όλους δεκτός και έτσι υπογράφτηκε κυκλοφόρησε η προκήρυξη. 

  Η ΝΦΕ της ορεινής Τριφυλίας ιδρύθηκε τον Ιούλιο 1941, σε σύσκεψη πού έγινε σ' ένα σταφιδόσπιτο κοντά στο Κοπανάκι. Την πρωτοβουλία για τη σύσκεψη αυτή είχε ο Γιάννης Χρ. Παπαδόπουλος από το Βασιλικό. Είχε μυηθεί στη ΝΦΕ της Καλλιρρόης Μεσσήνης και του ανατέθηκε το καθήκον για την ίδρυση ΝΦΕ στην ορεινή Τριφυλία. Στη σύσκεψη μετείχαν ο Αντώνης Δάρας από το Ψάρι, Γιάννης Τζαμουράνης από τον Αετό, ο Χρήστος Αντωνόπουλος από Πιτσά και Παναγιώτης Κανελλόπουλος από Αυλώνα. Έτσι, το βράδυ της Κυριακής 27/ 7)/ 1941 συναντήθηκαν οι πέντε στο σταφιδόσπιτο του Κοπανακίου. Μοναδικό θέμα της σύσκεψης ήταν η ίδρυση τμήματος ΝΦΕ στην ορεινή Τριφυλία και η ανάλυση των σκοπών της, πού έγινε από το Γιάννη Παπαδόπουλο. Καθαρά εθνικοί, πατριωτικοί, απελευθερωτικοί ήσαν οι σκοποί της ΝΦΕ. Αγώνας κατά των καταχτητών με όλα τα μέσα και μέχρι την ένοπλη σύγκρουση. Στον αγώνα αυτό έχουν το δικαίωμα άλλά και το καθήκον να πάρουν μέρος όλοι οι Έλληνες, γιατί όλους τους βαραίνει η σκλαβιά και όλοι ποθούν την ελευθερία. Η ΝΦΕ είναι οργάνωση εθνική, πάνω από κομματικές, πολιτικές και πολιτειακές πεποιθήσεις. Δημοκρατικοί, βασιλικοί, φιλελεύθεροι, κομμουνιστές, Μεταξικοί όλοι έχουν τη θέση τους στη ΝΦΕ. Ένα είναι το κριτήριο για να γίνει ο καθένας μέλος της ΝΦΕ, η θέληση να αγωνισθεί κατά των καταχτητών, για τη λευτεριά της σκλαβωμένης πατρίδας. 

  Στη σύσκεψη έγινε καταμερισμός δουλειάς και τους δήμους Αετού και Τριπύλης ανέλαβε ο Γιάννης Τζαμουράνης. Στις αρχές ο τρόπος μύησης των μελών στην οργάνωση ήταν συνωμοτικός σε τριάδες, η μία τριάδα να μη γνωρίζει τα μέλη της άλλης. Αποφασίστηκε επίσης να γίνονται οι συνεδριάσεις του γραφείου στο ίδιο μέρος την τελευταία Κυριακή κάθε μήνα. Όταν σχηματιζόταν μια τριάδα, γινόταν κοινή συνεδρίαση και των τριών μελών της, αναλυόταν με πολλές λεπτομέρειες το πρόγραμμα και οι σκοποί της Ν.Φ.Ε. και στο τέλος ο καθένας αναλάμβανε το καθήκον να σχηματίσει άλλη τριάδα, χωρίς να αποκαλύψει την ύπαρξη της τριάδας πού ανήκε. Με ιδιαίτερο ενθουσιασμό δέχονταν όλοι να μπουν στη Ν.Φ.Ε. για να αναμετρηθούν και πάλι με τους Ιταλούς. Σε 3 - 4 μήνες όλα σχεδόν τα χωριά δένονται με το μυστικό της οργάνωσης, η ΝΦΕ υπάρχει στα πιο πολλά χωριά της ορεινής Τριφυλίας. 

  Στον Αετό μπήκαν από τους πρώτους στη Ν.Φ.Ε. οι: Γιάννης Τζαμουράνης, Περικλής Χονδρός , Παναγιώτης Γεωργιάδης, Δήμος Αλεβίζος, Πανάγος Καζάντζας, Λυμπέρης Καζάντζας, Δημήτρης Καζάντζας, Νικήτας Καζάντζας, Σπύρος Αθανασόπουλος, Σωτήρης Νικολόπουλος, θεμιστοκλής Καμπούκος, Κώστας Λαμπρόπουλος, Ηλίας Μπαλογιάννης, Θανάσης Λώλας, Γιάννης Ηλιόπουλος, Θεόδωρος Γιαννόπουλος, Νίκος Λόντος. 

  Μέχρι τον Νοέμβρη 1941 είχε γίνει μια εντατική οργανωτική δουλειά και τα μέλη της Ν.Φ.Ε. ξεπέρασαν τα 100.Φυσικά πρώτος σε τριάδες είναι ο Αετός, ακολουθεί η Αυλώνα, το Βασιλικό, το Ψάρι, το Σιδηρόκαστρο, το Κοπανάκι, το Πιτσά και τα άλλα χωριά. Στο διάστημα Σεπτέμβρη 1941 - Γενάρη 1942 όλες οι αντιστασιακές οργανώσεις του τύπου της ΝΦΕ, επώνυμες και ανώνυμες, προσχώρησαν στο ΕΑΜ. 

  Το τμήμα της ΝΦΕ ορεινής Τριφυλίας προσχώρησε την Κυριακή 25 Γενάρη 1942, σε σύσκεψη πού έγινε στο χωριό Κόκλα και στο σπίτι του Κώστα Νταλαχάνη. Πήραν μέρος σ' αυτή τη σύσκεψη ο Παν.Θεμ. Κανελλόπουλος ο Χρήστος Αντωνόπουλος, Γιάννης Παπαδόπουλος, Γιάννης Τζαμουράνης, Παναγ. Γεωργακόπουλος από το Πιτσά, Γιώργης Τασιόπουλος από τη Φουσιά και ο Κώστας Νταλαχάνης. Από τις αρχές του Μάη άρχισε ο αγώνας κατά της φορολογίας των αγροτικών προϊόντων πού έκαιγε όλους τους κατοίκους οργανωμένους στο ΕΑΜ ή όχι ,καθώς και της πάταξης της ζωοκλοπής που είχε σαν θύματα σχεδόν ολόκληρο τον πληθυσμό. Επιδημία μηνιγγίτιδας απείλησε την ορεινή Τριφυλία το Γενάρη - Φλεβάρη 1944. Υπήρχαν τότε δέκα περιστατικά στην Αυλώνα και τον Αετό. Η αρρώστια μπήκε σε έλεγχο από τις πρώτες ημέρες με τις φροντίδες του Παν.Θεμ. Κανελλόπουλου γιατρού και των μόνιμων στρατιωτικών γιατρών Σωτήρη Δημητρόπουλου επίατρου και Κώστα Μπουρίκα ιατροί που υπηρετούσαν τότε στον ΕΛΛΑΣ. Είχαν προμηθευθεί άντιμηνιγγικούς ορούς από τον ερυθρό σταυρό Καλαμάτας γιατί ο ιός της μηνιγγίτιδας υπήρχε κίνδυνος να εξαπλωθεί σε όλη την ορεινή Τριφυλία. 

  Τη βραδιά της 29 Οκτώβρη στη περιοχή του Πιτσά γίνεται ρίψη από συμμαχικό αεροπλάνο με εφόδια και οπλισμό για τη δημιουργία αντάρτικου. Είχαν γίνει ενωρίτερα συζητήσεις με τον Ναπολέοντα Παπαγιαννόπουλο να αναλάβει τη δημιουργία αντάρτικων ομάδων. Απάντησε: «σαν αξιωματικός είμαι έτοιμος να προσφέρω τις υπηρεσίες μου στην Πατρίδα, όταν έλθει η ώρα να με ειδοποιήσετε, σε πολιτικές οργανώσεις δεν ανακατεύομαι». Άλλες συζητήσεις και επαφές είχε κάνει ο Γιάννης Τζαμουράνης στον Αετό με τους μόνιμους αξιωματικούς Παναγιώτη Β. Παπαδόπουλο, συνταγματάρχη του Πυροβολικού και τον αδελφό του Θεμιστοκλή Β. Παπαδόπουλο, λοχαγό με θέμα «συγκρότηση αντάρτικου». 

  Κοντά στο χωριό Βασιλικό και στο ύπαιθρο έγινε σύσκεψη με πολλούς. Από την άνω Μεσσήνη πήραν μέρος ο υπολοχαγός Κώστας Κανελλόπουλος και ο αδελφός του Δημητράκης, Θανάσης Κούτρης, Όθωνας Δριβαλιάρης, ο Θανάσης Γιαννόπουλος από το Παραπούγκι και ο Ανδρέας Κωνστανταρόπουλος από την Οιχαλία. Αντιπρόσωποι της ορεινής Τριφυλίας ήσαν ο ανθυπολοχαγός Ναπολέων Παπαγιαννόπουλος, Χρήστος Αντωνόπουλος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Γιάννης Παπαδόπουλος, Γιάννης Τζαμουράνης και Δώρος Χριστόπουλος. Τελικά πάρθηκε η απόφαση να συγκροτηθούν δύο αντάρτικες ομάδες, μία στην άνω Μεσσήνη και η δεύτερη στην ορεινή Τριφυλία. Οι ομάδες να είναι μικρές σε αριθμό, με 13 αντάρτες η κάθε μία. Να φέρουν σε επαφή τους αντάρτες πού είχαν επιλέξει και να τονίσουν σ' αυτούς τις δυσκολίες και τους κινδύνους της αντάρτικης ζωής. Η σύσκεψη για την πλήρη οργανωτική συγκρότηση της αντάρτικης ομάδας ορεινής Τριφυλίας έγινε στις 28 Φλεβάρη 1943 στο χωριό Κόκλα. 

  Την πρώτη ανταρτοομάδα αποτέλεσαν οι παρακάτω: 1) Ναπολέων Περ. Παπαγιαννόπουλος, από το Ψάρι, στρατιωτικός υπεύθυνος. 2) Χρήστος Κυρ. Αντωνόπουλος, από Πιτσά, πολιτικός υπεύθυνος. 3) Γιάννης Χρ. Παπαδόπουλος, από Βασιλικό, καπετάνιος. 4) Γιώργης Αναστ. Τασιόπουλος, από Φούσια—Πιτσά αντάρτης. 5) Παναγιώτης Ιω. Γεωργακόπουλος, από Πιτσά, αντάρτης. 6) Κώστας Νταλαχάνης - Κορυζής, από Κόκλα. αντάρτης. 7) Περικλής Ηλιόπουλος - Καραντάνης, από Κόκλα, αντάρτης. 8) Νίκος Γεωργίτσης, από Ψάρι, αντάρτης. 9) Πανάγος Νικ. Καζάντζας, από Αετό, αντάρτης. 10) Νίκος Αντ. Λόντος, από Αετό, αντάρτης. 11) Στάθης Μπινιώρης, από Βυδίσοβα, αντάρτης. 12) Χρήστος Ιω. Μάμαλος, από Αλεπού Κέρκυρας, δάσκαλος στην Αυλώνα. Τη βραδιά της σύσκεψης έγινε τραυματισμός του Νίκου Γεωργίτση στην κνήμη από εκπυρσοκρότηση όπλου. Πήγαν τον τραυματία στο Δώριο και έκαμε την επίδεση του τραύματος ο γιατρός Αντώνης Κωτσόπουλος. Σε συνέχεια τον νοσήλευσε επί 15 ήμερες στο Βασιλικό και στο σπίτι του Κ. Φίλιου. Κατόπιν ο Γεωργίτσης πήγε στο σπίτι του στο Ψάρι, οπού και τον νοσήλευε ο γιατρός Κωτσόπουλος μέχρι πού έγινε καλά. 

  Η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Τριφυλιακής ανταρτοομάδας έγινε στο-Κοπανάκι στις 21 Μάρτη 1943, για την προστασία από τους Ιταλούς του συλλαλητηρίου πού έγινε εκεί. Το συλλαλητήριο έγινε γιατί οι Γερμανοί προκειμένου να κινήσουν την πολεμική τους βιομηχανία, επιστράτευαν εργάτες από τις κατεχόμενες Ευρωπαϊκές χώρες. 

  Η δεύτερη, πού πήρε πανηγυρικό χαρακτήρα, έγινε στην Αυλώνα την επέτειο της εθνικής μας γιορτής 25 Μάρτη 1943. 

      Η εκτέλεση του αντάρτη Νίκου Λόντου 

  Στην Καλλιρρόη οπού και είχε παντρευτεί ζούσε εκείνον τον καιρό ο κατάσκοπος των Ιταλών από τη Θράκη Λευτέρης Κάτσικας, η προδοτική δράση του οποίου συνδέεται με μέλη της πρώτης ανταρτοομάδας της Τριφυλίας. 
  Ήταν κατάσκοπος των Ιταλών και από τις αρχές του 1943 περιφερόταν σε διάφορα χωρία Μελιγαλά, Μήλα, Βυδίσοβα και άλλα, προσπαθώντας να συγκετρώσει πληροφορίες για αντάρτες. Ο Λευτέρης ήξερε καλά την Αγγλική γλώσσα και παρίστανε τον καταδιωκόμενο άγγλο, μάθαινε τα μέλη των αντάρτικων οργανώσεων ,τα οποία κατέδιδε μετά στους Ιταλούς. Είχε μπει στην αντικατασκοπία του Ιταλού Αλεσαντρίνι. Κατάφερε να πιάσει γνωριμία με τον αντάρτη Στάθη Μπινιώρη, στον όποιο παρουσιάσθηκε σαν πατριώτης αντιστασιακός και ότι περιθάλπει Άγγλους. 
  Σε άλλη συνάντηση τον έφερε σε επαφή με Ιταλό που παρίστανε τον Άγγλο και ζητούσε προστασία και σύνδεση με τους αντάρτες πού ήσαν στην περιοχή. Μετά από αυτό ο Μπινιώρης πίστεψε ότι ο Λευτέρης είχε πραγματικά σχέσεις με άγγλους και του έδωσε εμπιστοσύνη, χωρίς να ειπεί τίποτα για όλα αυτά στην οργάνωση ΕΑΜ του χωριού του. Σε συνέχεια εκμυστηρεύθηκε στο Λευτέρη όσα γνώριζε για το αντάρτικο: ότι ο ίδιος είναι αντάρτης καθώς και οι Πανάγος Καζάντας και Νίκος Λόντος από τον Αετό, Περικλής Ηλιόπουλος ή Καραντώνης και Κώστας Νταλαχάνης ή Κορυζής από την Κόκλα. Είπε επίσης για τον τραυματισμό του Γεωργίτση του οποίου γνώριζε μόνο την καταγωγή από το Ψάρι και όνομα Νίκος ή Θανάσης, καθώς και την περίθαλψη που πρόσφερε στον τραυματία ο γιατρός Κωτσόπουλος. 

  Όταν ο κατάσκοπος Λευτέρης κατάλαβε ότι ο Μπινιώρης δε γνώριζε περισσότερα, τον παράσυρε στην Καλλιρόη, στο σπίτι του συνεργάτη των Ιταλών Πάνου Ρούκα, με το πρόσχημα να τον γνωρίσει και με άλλους Άγγλους. Εκεί τον έπιασαν Ιταλοί πού περίμεναν. Με τις πληροφορίες πού είχαν τώρα οι Ιταλοί έκαμαν συνδυασμένη επιδρομή προς την Κόκλα, Δώριο, Αετό και Ψάρι για συλλήψεις, έχοντας μαζί τους τον Μπινιώρη και το Λευτέρη. Επικεφαλής των Ιταλικών αποσπασμάτων ήταν ο αξιωματικός κατασκοπείας Αλεσαντρίνι. 

  Ένα απόσπασμα από 30 και περισσότερους στρατιώτες πήγε στην Κόκλα για να συλλάβει τους Νταλαχάνη και Ηλιόπουλο και δεύτερο με περισσότερους από 40 άνδρες στο Δώριο για το γιατρό Κωτσόπουλο. Μεταξύ των δύο αποσπασμάτων υπήρχε συντονισμός ενεργειών. Στην Κόκλα δεν βρήκαν ούτε τον Νταλαχάνη ούτε τον Ηλιόπουλο, γιατί οι αντάρτες είχαν πάρει εντολή από το ΕΑΜ να μην κοιμούνται στα σπίτια τους. Αυτά έγιναν τη νύχτα της 27 προς 28 Μάρτη 1943 και ώρα 2 μετά τα μεσάνυχτα περίπου. Το απόσπασμα αυτό περίμενε τις ενέργειες του άλλου για να συνεχίσουν προς τον Αετό και τα δύο μαζί. Το απόσπασμα του Δωρίου έφθασε στο σπίτι του γιατρού την ίδια περίπου ώρα, 2 μετά τα μεσάνυχτα της 27 προς 28 Μάρτη. Μαζί με τους Ιταλούς πού μπήκαν στο σπίτι του γιατρού ήσαν και οι πρόεδροι: Ψάρι γιατρός Βύρωνας Γκρίτζαλης και Βασιλικού Γεώργιος Κούκης. 

  Ο Αλεσαντρίνι κατηγόρησε το γιατρό ότι περίθαλψε ένοπλο αντάρτη τραυματισμένο στην κνήμη. Ο γιατρός αρνήθηκε όλη την κατηγορία και δήλωσε ότι δε γνωρίζει τίποτα. Σε ενίσχυση του γιατρού ήλθαν και οι δύο πρόεδροι πού είπαν στους Ιταλούς, ότι υπάρχουν και άλλοι γιατροί στην περιοχή και ίσως πρόκειται για λάθος. Δεν έπιασαν τότε οι Ιταλοί το γιατρό, αλλά έφυγαν αφήνοντας στο Δώριο Ιταλο-πατρινούς με πολιτικά για να παρακολουθούν τις κινήσεις του. Όταν ο γιατρός βγήκε το πρωί αντιλήφθηκε την παρακολούθηση, έκαμε τον αδιάφορο και πήγε στο καφενείο για καφέ όπως συνήθιζε. Κατόπιν πήγε στο ραφείο του Κ. Τσαμπούρη στον οποίο είπε τα όσα έγιναν τη νύχτα. Ο Τσαμπούρης βρήκε τρόπο και ειδοποίησε το Νίκο Γεωργίτση να φύγει από το Ψάρι γιατί υπάρχει κίνδυνος να συλληφθεί από Ιταλούς. Οι Ιταλοί του Δωρίου φεύγοντας συναντήθηκαν με το απόσπασμα της Κόκλας για να συνεχίσουν προς τον Αετό. 
  Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι οι κινήσεις των Ιταλικών αποσπασμάτων γίνονταν με αυτοκίνητα. Στα χωριά Κόκλα, Βασιλικό, Ψάρι, Δώριο, Κοπανάκι, Αετό και άλλα ακόμη, πήγαιναν και τότε αυτοκίνητα και πιο εύκολα τα στρατιωτικά. 
  
  Στον Αετό έφθασαν πριν ξημερώσει στις 5 περίπου το πρωί της 28.3.43, Ξύπνησαν τον πρόεδρο του χωριού Φώτη Μπαλογιάννη από τον οποίο ζήτησαν να τους οδηγήσει στο σπίτι του λοχαγού Θεμιστοκλή Παπαδόπουλου. Την πόρτα άνοιξε ο αδελφός του Παναγιώτης Παπαδόπουλος συνταγματάρχης του πυροβολικού, τον οποίο ρώτησαν αν μένει εκεί ο λοχαγός Παπαδόπουλος. Τους απάντησε ότι εδώ είναι και κοιμάται, περάστε μέσα να τον ξυπνήσω. Έτσι και έγινε. Μπήκαν στο δωμάτιο του Θεμιστοκλή, έκαμαν ερευνά σε όλο το σπίτι, δεν βρήκαν όπλα ή άλλο τίποτα ενοχοποιητικό. Χωρίς πολλές, διατυπώσεις έπιασαν το Θεμιστοκλή, τον έβαλαν σε αυτοκίνητο και με συνοδεία 3—4 Ιταλών τον έστειλαν στο Κοπανάκι. 

  Οι Ιταλοί πού έμειναν στον Αετό ζήτησαν από τον πρόεδρο να τους οδηγήσει στο σπίτι του Νίκου Λόντου όπου δεν βρήκαν κανένα. Οι γονείς και ο αδελφός του Νίκου Λόντου, Γιώργης ήσαν στο σπίτι του Σπύρου Ρέμπελου, πού είχε πεθάνει εκείνο τα βράδυ, για να ξενυχτήσουν το νεκρό. Πήραν τον αδελφό του Λόντου για να μάθουν που είναι ο Νίκος. Αναγκάστηκε να τους πει ότι είναι στο γρέκι. Και πραγματικά ο Λόντος με τον Καζάντζα δεν κοιμόνταν στα σπίτια τους, σύμφωνα με τις εντολές πού είχαν, αλλά σε εξώσπιτα και εκείνη τη βραδιά στο γρέκι του Λόντου. Με οδηγό το Γιώργη Λόντο ξεκίνησαν για το γρέκι όπου έφθασαν με τα ξημερώματα. 
  Η αδελφή όμως του Πανάγου Καζάντζα, Δήμητρα Πανάγου ,σύζυγος του Σωτηρίου Πανάγου (Ντρίβα) ,μόλις ειδοποιείται ότι οι Ιταλοί ψάχνουν τον αδελφό της και το Νικολή ,τρέχει και τους ειδοποιεί στον Άμπουλα για να διαφύγουν. 

  Φτάνοντας οι Ιταλοί κοντά στο γρέκι ,γίνονται αντιληπτοί από τους δύο προειδοποιημένους αντάρτες. Ο Πανάγος μάταια προσπαθεί να πείσει το Νικολή να φύγουν, πράγμα που κάνει ο ίδιος τρέχοντας, καταφέρνοντας να διαφύγει. 

  Ο Νικολής βλέποντας τον αδελφό του με τους Ιταλούς και φοβούμενος για τη ζωή του Γιώργου και τις συνέπειες για την υπόλοιπη οικογένεια και τις αδελφές του, παραμένει στο γρέκι ,όπου και συλλαμβάνεται. Μεγάλο και αποφασιστικό ρόλο για τη μη διαφυγή του έπαιξαν και τα λόγια του αδελφού του Γιώργου που φώναξε: «Νίκο μη φεύγεις, δε θα πάθεις τίποτα, έχουν πιάσει τον πατέρα και τη μάνα». Ο Νικολής Λόντος στο άκουσμα της σύλληψης πατέρα και μάνας κάμφθηκε και δεν ακολούθησε τον Καζάντζα στη φυγή του. Έμεινε στο γρέκι και τον έπιασαν οι Ιταλοί πού πήγαν. 

  Φυσικά δεν περνούσε από το μυαλό του ότι ,από την προδοσία του Κάτσικα, ήταν γνωστή η δράση και η συγκρότηση της αντάρτικης ομάδας. Έλα μαζί μου Νίκο, του φώναζε ο Πανάγος Καζάντζας, δεν γλιτώνεις από τους Ιταλούς, θα σε σκοτώσουν κι' έφυγε τρέχοντας. 

  Σε ερευνά πού έκαμαν οι Ιταλοί βρήκαν το όπλο του Λόντου, ένα οπλοπολυβόλο και μια χειροβομβίδα στο κορμό μιας κούφιας ελιάς στο Φαρμάκι. Αυτά τα όπλα προέρχονταν από την αεροπορική ρίψη στο Πίτσα στις 29 Οκτώβρη 1942. Μετά τη σύλληψη του Λόντου, την ανεύρεση των όπλων του και τη φυγή του Καζάντζα, δεν έμεινε καμιά αμφιβολία στα ιταλικά αποσμάσματα ότι οι πληροφορίες του Λευτέρη Κάτσικα ήσαν σωστές. Αμέσως έβαλαν τον Νικολή Λόντο σε αυτοκίνητο και δεμένο με χειροπέδες τον έστειλαν με μικρή συνοδεία στο Κοπανάκι. Οι άλλοι Ιταλοί μπήκαν στα αυτοκίνητα και έφυγαν. Το ένα αυτοκίνητο με λίγους στρατιώτες πήγε στο Δώριο και χωρίς διατυπώσεις έπιασαν το γιατρό Κωτσόπουλο και μετάφεραν και αυτόν στο Κοπανάκι,. Στο Ψάρι έφθασαν γύρω στις 9 πρωινή της 28.3.1943 όπου δεν κατάφεραν να εντοπίσουν τον Γεωργίτση γιατί είχε φύγει από το χωριό του. Στο μεταξύ είχαν αρχίσει οι ανακρίσεις από τον 'Αλεσαντρίνι. 

  Για το Λόντο τελείωσαν εύκολα γιατί οι Ιταλοί είχαν στα χέρια τους τα πειστήρια της «ενοχής του», το οπλοπολυβόλο και τη χειροβομβίδα. Στις πιέσεις , απειλές, βασανιστήρια, καθώς και σε δελεαστικές προτάσεις που του έγιναν ο Νικολής αρνήθηκε περιφρονητικά να προδώσει τους συντρόφους του. Αυτό το συμπέρασμα βγαίνει από το ότι οι Ιταλοί δεν κινήθηκαν για άλλες συλλήψεις. Ο Νικολής Λόντος γνώριζε πολλά για το αντάρτικο και τις Εαμικές οργανώσεις και τίποτα δεν μαρτύρησε. 

  Συγκροτήθηκε στο Κοπανάκι Ιταλικό στρατοδικείο με προαποφασισμένη την απόφαση από τους Ιταλούς που ήθελαν προς παραδειγματισμό να εκφοβίσουν τον πληθυσμό και να αποτρέψουν την ενδυνάμωση του αντάρτικου ,στη περιοχή και καταδίκασε το Νίκο Λόντο σε θάνατο. 

  Εκτελέσθηκε τις απογευματινές ώρες, γύρω στις 4, της 28 Μάρτη 1943, στο νεκροταφείο Κοπανακίου. Ένας αγνός κι ένθερμος Πατριώτης, σε νεαρότατη ηλικία οδηγήθηκε σε θάνατο, με το όραμα της λευτεριάς στα λαμπερά μάτια του. 

  Επίσης πρέπει να αναφέρουμε ότι επί Ιταλικής κατοχής το 1941 στην Κυπαρισσία υπήρχε και ένας Ιταλός ταγματάρχης ονόματι Μπέλκος. Αυτός είχε ζητήσει στον Αετό πληροφορίες αν υπάρχει κανείς από την οικογένεια Μπέλκου. Του υπέδειξαν κάποιον Χατζή συγγενή του Μπέλκου, ο οποίος όμως μη γνωρίζοντας τι ήθελε ο Ιταλός ,εξαφανίστηκε χωρίς να συναντηθεί μαζί του. Λέγεται ότι ήταν στρατοδίκης στη δίκη και καταδίκη του Νικολή Λόντου και είχε μειοψηφήσει, υποστηρίζοντας την αθώωσή του. Όταν τον Εκτέλεσαν δε στο Κοπανάκι έκλαψε.... Ίσως να ήταν απόγονος του «Κουτσό—Σταματέλλου», αδελφός του Γιώργου Μπέλκου ο οποίος διατήρησε στην Ιταλία το επώνυμο Μπέλκος αφού ακολούθησε τον Τζώρτζ Ριχάρδο, Άγγλο Στρατιωτικό Φιλέλληνα, από την Ζάκυνθο στην Ιταλία. 

  Το λοχαγό Θεμιστοκλή Παπαδόπουλο κατηγόρησαν ότι γνώριζε και έλαβε μέρος στην αεροπορική ρίψη του Πιτσά. Τους απάντησε ότι άκουσα τότε αεροπλάνο να πετά σε χαμηλό ύψος χωρίς να ξέρει αν ήταν ιταλικό, γερμανικό ή άλλης εθνικότητας. Πραγματικά δε γνώριζε συγκεκριμένα πράγματα για το αεροπλάνο ο Παπαδόπουλος. Τον κατηγόρησαν επίσης ότι έχει σχέσεις με τους αντάρτες, όπως δήθεν τους αποκάλυψε ο Λόντος στην ανάκριση. Τους απάντησε ότι ο Λόντος μπορεί να λέει ότι θέλει, αλλά εγώ ούτε αντάρτες γνωρίζω ούτε καμιά άλλη κίνηση. 

  Το γιατρό Αντώνη Κωτσόπουλο υποδέχθηκαν στο Κοπανάκι με άσχημες διαθέσεις και απειλές, γιατί τους παραπλάνησε και δεν τους είπε την αλήθεια για την περιποίηση τραυματία από πολεμικό όπλο. Τους μετάφεραν και τους δύο στην Καλαμάτα, όπου ακολούθησαν άλλες ανακρίσεις, απειλές και υβρεολόγιο. Ιταλός αξιωματικός πρότεινε στον Παπαδόπουλο να τους οδηγήσει στους αντάρτες. Ο Παπαδόπουλος απάντησε σε έντονο ύφος «δεν ξέρω για ποιο πράγμα μου μιλάτε». Τότε δέχθηκε δυνατό χτύπημα στο κεφάλι από παραβρισκόμενο Ιταλό. Τέλος τον προφυλάκισαν. 

  Ο Κωτσόπουλος κατά την ανάκριση του στην Καλαμάτα βρίσθηκε κατά χυδαίο τρόπο από τον Αλεσαντρίνι. Μαζί με τ' άλλα του είπε: «με εξαπάτησες, νοσήλευσες τραυματία από πυροβόλο όπλο, τον απόκρυψες και τον ειδοποίησες να αποφύγει τη σύλληψη». Μεταφέρθηκαν και οι δύο στις φυλακές Τρίπολης. 

  Ο Παπαδόπουλος καταδικάσθηκε από Ιταλικό στρατοδικείο σε 4 χρόνια Φυλάκιση. Παράμεινε λίγο διάστημα στις φυλακές Τρίπολης και μεταφέρθηκε στις φυλακές Ακροναυπλίας. Απολύθηκε στις 12 Οκτώβρη 1943 με διαταγή των γερμανικών αρχών, να απολυθούν όλοι οι Ιταλοκρατούμενοι. Η Ιταλία είχε συνθηκολογήσει το Σεπτέμβρη του 1943. 

  Ο Κωτσόπουλος καταδικάσθηκε σε δύο μήνες φυλάκιση και απολύθηκε το Μάη 1943. Στις φυλακές Τρίπολης βρήκε το Στάθη Μπινιώρη, ο οποίος του διηγήθηκε όλες τις λεπτομέρειες για τα γεγονότα. Είχε καταδικασθεί σε 10 χρόνια φυλάκιση. Από τότε αγνοείται η τύχη του, ίσως εκτελέσθηκε ή πέθανε από τις στερήσεις και τις κακουχίες της φυλακής. Έτσι πλήρωσε ο Στάθης Μπινιώρης την αφέλεια του να δώσει εμπιστοσύνη άθελά του σε έναν προδότη. 

  Κατά την επιδρομή τους οι Γερμανοί στον Αετό έπιασαν τους γονείς του Πανάγου Καζάντζα, Νίκο και Κυριακούλα Καζάντζα. Όλους τους έστειλαν σε στρατόπεδο Λάρισας,, όπου έμειναν κρατούμενοι 5 περίπου μήνες. 
  

  ΝΙΚΟΛΗΣ ΛΟΝΤΟΣ 



  Η εκτέλεση του Νίκου Λόντου, όπως ήταν φυσικό, έφερε αναστάτωση και γέμισε πίκρα όλη την Τριφυλία και περισσότερο τα ορεινά χωριά και αρκετές ανησυχίες και φροντίδες στις οργανώσεις του ΕΑΜ. Με εκείνα τα γεγονότα χάθηκαν 4 αντάρτες από την ομάδα, η οποία όμως συμπληρώθηκε με άλλους 5 και έγιναν 13. Στην ομάδα μετείχε και ο αντάρτης, Παναγιώτης Γεωργιάδης από την Καλαμάτα πού τότε έμενε στον Αετό και ήταν τσαγκάρης. 

  Στην ορεινή Τριφυλία υπήρχαν αποθήκες με δημητριακά στο Ψάρι, λαδιού στο Δώριο, λαδιού και σταφίδας στο Κοπανάκι. Οι Εαμικές οργανώσεις της ορεινής Τριφυλίας μελέτησαν την επιχείρηση «άνοιγμα των αποθηκών» σε όλες τις λεπτομέρειες και φρόντισαν να γίνει η διανομή με τάξη και να πάρουν όλες οι οικογένειες των χωριών προϊόντα. Για όσους δεν μπορέσουν για διαφόρους λόγους να πάνε στις αποθήκες, να κρατηθούν ανάλογες ποσότητες. Πάνω απ’ όλα φρόντισαν για την προστασία και την ασφάλεια του κόσμου από τυχόν εμφάνιση Ιταλικού στρατού. Στο Κοπανάκι πού υπήρχαν μεγάλες ποσότητες σταφίδας και λαδιού συγκεντρώθηκε ο κόσμος από τα χωριά των δήμων Αυλώνας, Αετού, Τριπύλης και τα γύρω στο Κοπανάκι χωριά και άνοιξαν τις αποθήκες. 

               Συμφωνία ΕΛΑΣ — ΕΣ 

  Έχουν ήδη δημιουργηθεί και οι άλλες αντιστασιακές οργανώσεις :ο Ε.Δ.Ε.Σ. ,η ΕΚΚΑ ,η ΕΟΒ και άλλες με σκοπό την απελευθέρωση από τους κατακτητές. Με την καθοδήγηση και ανοχή των Άγγλων αρχίζουν οι προστριβές μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων. Γίνεται προσπάθεια για κοινές επιχειρήσεις μεταξύ του ΕΛΛΑΣ και του Ε.Σ. Έγιναν συζητήσεις μεταξύ των εκπροσώπων ΕΛΑΣ — ΕΣ και κατάληξαν στην παρακάτω συμφωνία. 
 1) Να παραμείνουν και τα δύο συγκροτήματα στο Βουνί, αναπτύσσοντας τα τμήματα τους σε επίκαιρες θέσεις. 
 2) Να έχουν παράλληλη ή και κοινή δράση όταν χρειασθεί. 
 3) Για το συντονισμό των ενεργειών και την επίλυση διαφορών, κλήθηκε να αναλάβει τη στρατιωτική διοίκηση και των δυο συγκροτημάτων ο κοινής εμπιστοσύνης συνταγματάρχης του πυροβολικού Παναγιώτης Παπαδόπουλος από τον Αετό. 
  Ο συνταγματάρχης Παπαδόπουλος, τραυματίας του πολέμου στην Αλβανία, βρισκόταν σε πολεμική διαθεσιμότητα. Συνετός άνθρωπος, με πλούσια πολεμική δράση και ανώτερο πατριωτικό φρόνημα, μία επιθυμία είχε, την ενοποίηση του αντάρτικου. Είχε πολλές επιφυλάξεις για να αναλάβει την αρχηγία. Και τούτο γιατί είχε παρατηρήσει ότι ορισμένοι αξιωματικοί του ΕΣ δεν πήγαν να τον ιδούν και απόφευγαν να τον χαιρετήσουν σε τυχαίες συναντήσεις. Είχε το προαίσθημα ότι δεν θα πειθαρχούσαν στις αποφάσεις του κοινού αρχηγείου. 
  Τελικά δέχθηκε την αρχηγία, αν και ο αδελφός του Θεμιστοκλής Παπαδόλουλος, λοχαγός, ήταν φυλακισμένος στην Τρίπολη. 
 Είπε στο Ρίντ: «Τούτη τη στιγμή παίζω κορώνα - γράμματα το κεφάλι του αδελφού μου πού τον έχουν οι Ιταλοί στα χέρια τους. Χάριν της πατρίδος ας θυσιαστεί και αυτός όπως και ο άλλος αδελφός μου στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο». 
 Όσο καιρό διατηρήθηκε το κοινό αρχηγείο, έκαμε πολλές προσπάθειες για την ενότητα του αντάρτικου ,τη συντονισμένη και παράλληλη δράση του. Οι προσπάθειες του δεν πέτυχαν γιατί οι διαφορές μεταξύ των αντιστασιακών οργανώσεων συνεχώς διευρύνονται ,με καθημερινά επεισόδια και απειθαρχίες. Ο Παπαδόπουλος αναγκάζεται να αποχωρήσει «αηδιασμένος» όπως έλεγε. 
 Μετά από δύο ή τρεις μήνες ο Παπαδόπουλος ανέλαβε τη διοίκηση του 9ου Συντάγματος ΕΛΑΣ, ας σημειωθεί δε ότι δεν ανήκε ατό ΕΑΜ. 
  Ας δούμε τον Αετό σε ποια κατάσταση βρίσκεται. Ο Αετός είχε πληθυσμό 2000 περίπου κατοίκων και έσφυζε από ζωή. Ήταν έδρα ειρηνοδικείου, είχε συμβολαιογραφείο, υποθηκοφυλακείο, αγρονομία, δασονόμο, έδρα δημοσίου εισπράκτορα,τρεις αγροτικούς συνεταιρισμούς και δύο σχολεία στοιχειώδους εκπαίδευσης, το ένα αρένων και το άλλο θηλέων. Αργότερα τριθέσιο δημοτικό σχολείο καθώς και ημιγυμνάσιο και σχολαρχείο. Ακόμη και χοροδιδασκαλείο Ευρωπαικών χορών. 

                 Το Κάψιμο του Αετού
  
  Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 1943 κλιμάκιο ανταρτών 80-90 ανδρών,2 διμοιρίες του 9-ου συντάγματος, ερχόμενο από το Δυρράχι, βρισκόταν στον Αετό με αρχηγό τον Ναπολέοντα Παπαγιαννόπουλο από το Ψάρι. Ο σύνδεσμος των ανταρτών ειδοποιεί τους αντάρτες ,ότι έρχονται περίπου 14 Γερμανοί με ποδήλατα στον Αετό. Η εμπλοκή και μάχη με τη μικρή ομάδα Γερμανών στρατιωτών έγινε μέσα στον Αετό και έξω του Αετού προς το χωριό Μαλίκι (Πολυθέα). 

  Υποστηρίζεται από Μαλικαίους ότι η σύγκρουση είχε συνέχεια και μέσα στο Μαλίκι. Τούτο επιβεβαιώνεται και από τον επικεφαλής Διμοιρίας, που έλαβε μέρος στη συμπλοκή στο Μαλίκι. 

  Οι αντάρτες ξεκίνησαν από το Δυρράχι της Αρκαδίας στις 9 Σεπτεμβρίου, ημέρα Πέμπτη, με κατεύθυνση την Τριφυλία. Κατά την πορεία τους πληροφορήθηκαν τα της συνθηκολογήσεως της Ιταλίας και πήραν την απόφαση να κατέβουν στην Πεδινή Τριφυλία, στα Αστικά Κέντρα (Κυπαρισσία, Φιλιατρά, Γαργαλιάνους, Πύλο), για να αφοπλίσουν τους εκεί Ιταλούς, δυνάμεως 2.500 ανδρών, μα οι συγκρούσεις στον Αετό-Μαλίκι, στη θέση Πάστρα, έξω από το χωριό Πιτσά (Σιτοχώρι) και τα επακόλουθα, στάθηκαν εμπόδια ώστε να μην πραγματοποιηθεί η απόφαση, έφθασαν στα αστικά κέντρα όταν οι Γερμανοί είχαν αφοπλίσει τους Ιταλούς. 

  Στον Αετό οι αντάρτες έφθασαν, ύστερα από πορεία πολλών ωρών, μετά τα μεσάνυχτα. Παρέμειναν το πρωινό της Παρασκευής, έως να ετοιμασθεί πρόχειρο φαγητό να φάνε και να φύγουν, όμως οι θερμές εκδηλώσεις των κατοίκων και ο ενθουσιασμός, ύστερα από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, προμήνυμα της λευτεριάς, που ήταν διάχυτος παντού, καθυστέρησαν την αναχώρηση τους. Η ομάδα των Γερμανών στρατιωτών, φθάνει στον Αετό για να ζητήσει να πάρει τρόφιμα από την Κοινότητα. Προερχόταν από το γερμανικό κινητό τάγμα του Δωρίου, το οποίο δεν είχε τακτική επιμελητεία και εξαναγκαζόταν να προμηθεύεται κατά διαστήματα τρόφιμα από τις Κοινότητες των γειτονικών του Δωρίου χωριών. 

  Λέγεται ακόμα πως οι Γερμανοί, για να μην ενθαρρυνθούν οι Έλληνες από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, έκαναν επίδειξη δυνάμεως κινητοποιώντας μικρές στρατιωτικές τους ομάδες στα χωριά, απ' όπου περνούσαν αντάρτες. 

  Έγινε σύσκεψη των ανταρτών στου Παπαγιάννη το σπίτι, με παρόντες και τους τοπικούς αρχηγούς των ανταρτών για το αν έπρεπε να χτυπηθούν οι Γερμανοί στο χωριό ,για το φόβο των αντιποίνων. Ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος ήταν αντίθετος με το χτύπημα των Γερμανών και το αναφέρει στη σύσκεψη ,στον Ναπολέοντα Παπαγιαννόπουλο ,ο οποίος ήταν της άποψης ότι έπρεπε να τους χτυπήσουν. Εδώ οι πληροφορίες διίστανται ,έχει ακουστεί ότι ο Παπαγιαννόπουλος ήταν της γνώμης ότι δεν έπρεπε να χτυπήσουν τους Γερμανούς και ότι οι εντόπιοι αντάρτες ότι έπρεπε να χτυπηθούν. 

   Οι αντάρτες αποσύρονται προς το Μαλίκι ,όπου σε σύσκεψη που έκαναν στη Μαλικαίϊκη βρύση ,αποφασίζουν να χτυπήσουν τους Γερμανούς. Οι Γερμανοί είχαν μπει σε μια ταβέρνα του χωριού. Διατάχτηκε μια ομάδα ελασίτες με ομαδάρχη τον Αετοβουναίο λοχία Πάνο Καζάντζα, να μπλοκάρει και να εξοντώσει τους Γερμανούς μέσα στην ταβέρνα. Τα αλλά τμήματα κινήθηκαν να πιάσουν θέσεις στις άκρες του χωριού και κατά μήκος του κεντρικού δρόμου. Μα οι Γερμανοί, ώσπου να φθάσει ο Καζάντζας, είχαν αφήσει την ταβέρνα. Μια ομάδα τους προχώρησε προς το Μαλίκι και οι άλλοι έμειναν στον Αετό. 

  Η εμπλοκή των ανταρτών με τους Γερμανούς έγινε στο σπίτι του Καζάντζα (Περιστέρως) με τον Πανάγο Καζάντζα να αρχίζει την μάχη με το περίστροφο καθότι το αυτόματό του έπαθε εμπλοκή. Κατ’ άλλους ο Πανάγος είχε αργοπορήσει στο σπίτι του και ενώ οι αντάρτες έφευγαν από το χωριό, έπεσε ξαφνικά μπροστά στους Γερμανούς και αναπόφευκτα άρχισε η σύγκρουση. 

  Στη σύγκρουση οι αντάρτες δεν είχαν καμμία απώλεια. Οι Γερμανοί μέτρησαν στο παθητικό τους 3 νεκρούς, 2 τραυματίες και 7 αιχμαλώτους, ενώ 2 πρόφθασαν να φύγουν. Οι 7 με τον επικεφαλής τους υπολοχαγό, που πιάστηκαν αιχμάλωτοι, μεταφέρθηκαν στο χωριό Σελλά με τον οπλισμό τους και τα ποδήλατα, με τα οποία είχαν ανέβει στον Αετό. 

  Οι Γερμανοί κατακτητές, όπως συνέβαινε σε παρόμοια περιστατικά, σε ολόκληρη την Ελλάδα το 1943, εφάρμοσαν σκληρά και απάνθρωπα αντίποινα σε βάρος των αόπλων κατοίκων του Αετού. 

  11 Σεπτεμβρίου, ημέρα Σάββατο 1943 «Μαύρη μέρα ξημέρωσε, κάλλιο μην είχε φέξει» Αυτό το στίχο χρησιμοποιεί πολλές φορές, σαν πρελούντιο (προανάκρουσμα) μουσικής συμφωνίας πένθιμης στα τραγούδια της η λαϊκή μούσα, όταν προσπαθεί να διεκτραγωδήσει το μέγεθος 

  Στις 11 Σεπτέμβρη ημέρα Σάββατο και ώρα 7π.μ. τέσσερις Γερμανικές πυροβολαρχίες ,δύο από το Σανοβά μία από το Δώριο και μία από τις Ράχες βομβαρδίζουν τον Αετό ,με προέκταση το Μαλίκι ,χωρίς ανταπόδωση. 
  Ακόμη ένα Γερμανικό σύνταγμα ,συνοδευόμενο με οκτώ άρματα μάχης μετά το βομβαρδισμό καταφθάνει στον Αετό σε παράταξη μάχης και με τη χρήση εύφλεκτης σκόνης βάζει φωτιά και κατακαίει όλα σχεδόν τα σπίτια του χωριού. Οι κάτοικοι άοπλοι, απροστάτευτοι, άυπνοι, νηστικοί και ρημαγμένοι, ασθμαίνοντας παίρνουν των ομματίων τους πανικόβλητοι για τα βουνά. 

  Μερικοί υπερήλικες, αδύνατοι να τρέξουν, παρέμειναν στα σπίτια, για να βρουν λίγο αργότερα μαρτυρικό θάνατο από τους εξαγριωμένους Γερμανούς στρατιώτες. Το πεζικό φθάνει στον Αετό, επιδίδεται σε λεηλασίες, αφανισμούς, ουρλιάζει, κλωτσοπατεί, χτυπά αλύπητα, με υποκόπανους, όσους βρίσκει μπροστά του, βασανίζει απάνθρωπα, σκοτώνει. Οι άμαχοι έχουν βγεί όλοι έξω από τα σπίτια τους με ότι πρόλαβαν να πάρουν από ρούχα και τρόφιμα. Οι άνδρες έχουν διασκορπιστεί στα βουνά και στα διπλανά χωριά, καθώς και μερικοί άμαχοι. Όσους από τους αμάχους δεν πρόλαβαν να διαφύγουν οι Γερμανοί τους συγκέντρωσαν έξω από το δημοτικό σχολείο  σκοπεύοντας τους με οπλοπολυβόλα. 

  Άρχισαν τις ανακρίσεις για την ανεύρεση των σωρών των σκοτωμένων Γερμανών. Ευτυχώς η Καλιόππη Δρούτσα τους υπέδειξε έναν τραυματισμένο Γερμανό στο σπίτι του Θεόδωρου Καζάντζα που είχαν περιθάλψει, όπως θα δούμε παρακάτω και δεν προέβησαν σε εκτελέσεις, όπως έγινε στο Δίστομο και σε άλλα μαρτυρικά χωριά της Ελλάδας. 

  Εφτά μεγάλα φορτηγά αυτοκίνητα υπερφορτώνονται με λάφυρα και ξεφορτώνονται στο Δώριο, για να σταλούν στη Γερμανία σαν λάφυρα πολέμου. Αρπάζονται μεταφορικά ζώα, και ζώα σφαγής. Λέγεται ότι ελεηλάτησαν και το Μαλίκι. 
  Εξειδικευμένες και οργανωμένες για εμπρησμούς ομάδες, μετά τη λεηλασία των σπιτιών, εκσφενδόνιζαν με ειδικά πιστόλια στο εσωτερικό κάθε σπιτιού μια άσπρη εύφλεκτη σκόνη, την πυροβολούσαν, έπαιρνε φωτιά και ολόκληρο το σπίτι γινόταν παρανάλωμα. Σπίτια, καταστήματα, δημόσια γραφεία, σχολεία, εκτός των εκκλησιών και μικρού αριθμού σπιτιών, γύρω από τα σπίτια, όπου βρήκαν περίθαλψη οι τραυματισμένοι Γερμανοί στρατιώτες, έγιναν στάχτη. 

  Το χωριό που πριν λίγες ημέρες έσφυζε από ζωή, εκεί όπου κυλούσαν τα γάργαρα νερά και γλυκοκελαϊδούσαν τα πουλιά, εκεί όπου φυσούσε απαλά το δροσερό αεράκι γεμίζοντας την ατμόσφαιρα από αρώματα βασιλικού, μόσκου, γαρυφαλλιάς και τσετσεκιάς (καντιφέ) και την ψυχή από τη γλυκεία της λευτεριάς ελπίδα, είχε μέσα σε μια ημέρα μεταβληθεί σε κολαστήριο του Δάντη. 

  Σκοτώθηκαν εκείνη τη φοβερή ημέρα οι κάτοικοι Αετού: 
 1) Θεόδωρος Καζάντζας (Κοκώνης) του Κωνσταντίνου, Εισπράκτορας του Δημοσίου Ταμείου Τριφυλίας. 
 2) Μητρός Ρέμπελος (Μητρογληγόρης) του Γρηγορίου. Με τις διόπτρες τους είδαν να κινούνται και τους έρριξαν με πυροβόλο όπλο. Και τι τραγική ειρωνία της τύχης!... Ο Θεόδωρος Καζάντζας την προηγούμενη ημέρα προσέφερε τις πρώτες βοήθειες στον ένα τραυματισμένο Γερμανό στρατιώτη, χρησιμοποιώντας υγειονομικό υλικό, που είχε παραλάβει από ειδική αγγλική ρίψη πριν λίγους μήνες, ο τραυματισμένος ανεψιός του Παναγιώτης Καζάντζας. 
 3) Αλέξιος Γκότσης (Προκοπής) του Δημητρίου. Τον σκότωσαν μπρος στα μάτια της αδελφής του, που απ' εκείνη τη στιγμή έχασε τη μνήμη της από το ισχυρό σοκ. Διάτρητος από σφαίρες βρέθηκε έξω από την ανατολική πόρτα του πατρικού του σπιτιού, που το έκαψαν. Ο πιστός του σκύλος φύλαξε το νεκρό ουρλιάζοντας μέχρι της ταφής του. 
 4) Κωνσταντίνος Χαϊμανάς (Γυφτογεωργακας) του Γεωργίου. Τον σκότωσαν κι αυτόν εν ψυχρώ. Ήταν κεντημένος κυριολεκτικά από σφαίρες. 

  «Χωρίς λιβάνι και παπά, χωρίς παπά και ψάλτη» μέσα σε θρήνους και κοπετούς έθαψαν οι δικοί τους, τους δύο τελευταίους στους κήπους των σπιτιών τους και τους δύο πρώτους μερικές γυναίκες στο κοιμητήρι του Αετού... Τι φρίκη!... Ως και γέροντες μες στη φωτιά πέταξαν, απάνθρωπα, τους κλώτσαγαν και σαν δαδιά τους κάψαν! 
  
  Έκαψαν ζωντανούς τους: 
 1) Γεώργιο Γεωργιλά του Θεοδώρου, 
 2) τον τυφλό Κωνσταντίνο Γκότση (Κόρο) του Πανάγου  
 3) τον Γεώργιο Χαϊμανά (Γεωρηγιαννή) του Ιωάννου, πρωτοξάδερφο του προηγουμένου Χαϊμανά. 

  Τα γειτονικά χωριά του Αετού με τη σειρά τους έδωσαν και αυτά το φόρο αίματος που ζητούσε το ναζιστικό θηρίο:
σκοτώθηκαν οι:
Κατσάρας κωνσταντίνος
Πετρόπουλος Μήτσιος
Βόγγα Βασιλική
Δημητροπούλου Γιαννούλα
Ζιάνη Αικατερίνη
Αποστολόπουλος Μιχάλης
Μανωλόπουλος Νικόλαος
Παναγιωτόπουλος Γρηγόριος

 Μέσα από το έρεβος της βαρβαρότητας, του πρωτογονισμού και της φρίκης ξεπροβάλλουν σαν αστέρια πρώτου μεγέθους, οι ακόλουθες ανθρωπιστικές πράξεις Αυστριακών και Πολωνών στρατιωτών -που είχαν λάβει μέρος θέλοντας, ίσως και μη θέλοντας, στις μακάβριες επιχειρήσεις- για να φωτίσουν με το ολόλαμπρο της ανθρωπιάς φως, να γλυκάνουν και διδάξουν σαν παραδείγματα τους όπου γης λαούς ότι και στις πιο ακραίες περιπτώσεις πρέπει να πρυτανεύει και να επικρατεί το ανθρωπιστικό στοιχείο: 
  1. Πολωνοί στρατιώτες έσωσαν από τη φωτιά τη γερόντισσα Γεωργία Αναστασίου Κωτσιοπούλου (Μπούντου). Έβαλαν φωτιά στο υπόγειο του σπιτιού της, μα δεν την άφησαν να καεί, κρατώντας την απαλά στα χέρια την έβγαλαν έξω και την τοποθέτησαν κάτω από αμυγδαλιές. 
  2. Η Μαράϊδω Δημητρίου Λώλα, όταν ομάδα Αυστριακών και Πολωνών στρατιωτών έβαλε φωτιά στο σπίτι της, προσπάθησε να τη σβήσει, εκείνοι την είδαν, δεν την εμπόδισαν, δεν την πείραξαν, αδιαφόρησαν κι έφυγαν χωρίς να ξαναγυρίσουν. Έτσι έσωσε το σπίτι της από βέβαιη πυρκαϊά. 
 3. Η Ελένη Σπύρου Γεωργακοπούλου, όμορφη και γλυκεία, στην ηλικία της εφηβείας, κοπέλλα κρυμμένη πίσω από θάμνους στην τοποθεσία «Κάμπος», όταν ανακάλυψαν στρατιώτες με γερμανική στολή το κρησφύγετο της, έτρεμε σαν το πληγωμένο σπουργίτι στη βαρεία παγωνιά και ξεφώνιζε από απελπισία... Οι στρατιώτες προσπάθησαν να την καθησυχάσουν με παντομίμα και, μισοσπασμένα ελληνικά: «Είμαστε αδέρφια, αουστρί σολντάς (στρατιώτες Αυστριακοί), μη φοβάστε», της έλεγαν, την πήραν και την οδήγησαν στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, που είχε μεταβληθεί σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως. 

4) Μερικοί Αυστριακοί στρατιώτες, από διηγήσεις, τη Ηλέκτρας Γκότση –που πρόωρα έφυγε για το αγύριστο ταξίδι- μιλούσαν γαλλικά. Άκουσε τον ένα τραυματισμένο να λέγει κλαίγοντας στη γαλλική γλώσσα: «Κάνετε μου τη χάρη, ένα γιατρό σας παρακαλώ. Υποφέρω, πονώ. Επικαλούμαι τα ανθρωπιστικά σας αισθήματα. Είμαστε αδέλφια, παιδιά του ίδιου πατέρα του Θεού. Ο πόλεμος μας χωρίζει. Είμαι από την Αυστρία. Αχ, τι έκανες Χίτλερ με τον πόλεμο! Λα γκυέρ, Λα γκυέρ» = ο πόλεμος, ο πόλεμος». 
 Η Ηλέκτρα μετέφραζε στις παριστάμενες γυναίκες τα λόγια του και εδάκρυζαν. Στο πρόσωπο του τραυματισμένου δεν έβλεπαν τον εχθρό, αλλά τον πάσχοντα συνάνθρωπο από την κακοδαιμονία του πολέμου. 
 Η Νίτσα χήρα Δημητρίου Γεωργακοπούλου (Δράκου), η μητέρα της Ιφιγένειας Γκότση, η αδελφή της Ηλέκτρα, η Καλλιόπη Κ. Δρούτσα, η Ελένη Καζάντζα και άλλες προσπάθησαν όσο μπορούσαν να τον ανακουφίσουν λέγοντας στην ομήγυρη: «Τραυματίας και αιχμάλωτος πολέμου, είναι ιερός. Ας πάρουμε παράδειγμα από τον καλό Σαμαρείτη του Ευαγγελίου» και όλες συμφώνησαν και περιέθαλψαν τον τραυματία. 

  Όλοι, μικροί μεγάλοι, υπήρξαν θύματα εκείνης της ολέθριας καταστροφής. Έμειναν ανέστιοι, με ότι εφορούσαν και με την ψυχή κομματιασμένη. Ολόκληρη η σοδειά του καλοκαιριού, σιτάρι, σταφίδα, σύκκα και ότι μπορούσε να αποθηκευτεί έχει καταστραφεί ή λεηλατηθεί από τους κατακτητές.Μπροστά σε μικρολοφίσκους στάκτης και ερειπίων όλοι οι κάτοικοι του Αετού θρήνησαν με πίκρα τα αθώα νεκρά θύματα, το χαμένο βιός τους και το αβέβαιο μέλλον, που διαγραφόταν ζοφερό. Έμειναν γυμνοί, κρυώσανε, πεινάσαμνε, αρρωστήσανε. 

  Η κρατική βοήθεια ήταν ανύπαρκτη τότε. Ουσιαστικά μηδαμινή και απλώς συμβολική ήταν η βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Ο Ερυθρός Σταυρός έδωσε ένα σακί αλεύρι ,δέκα οκάδες όσπρια και μια οκά ζάχαρη. 

 Επιτροπή από χωρικούς επισκέφτηκε τον Άγγλο Ρήντ ,όπου ο Στάθης Πουλίτσης (Νεύρας) του είπε ότι εσείς μας δώσατε τη διαταγή να χτυπήσουμε και τώρα δεν μας βοηθάτε. Ο Ρήντ ,αρχηγός της Διασυμμαχικής Αποστολής έδωσε διαταγή και δόθηκαν από μία λίρα και ένα αλεξίπτωτο για κάθε δύο οικογένειες . 

  Αυτή ήταν όλη μα όλη η βοήθεια που δόθηκε τότε και φυσικά όχι άμεσα στους πρώτους μήνες που υπήρχε η μεγαλύτερη ανάγκη. Αργότερα οι κάτοικοι είδαν να παίρνουν τα αρχεία από τον Αετό με το δικαιολογητικό: «Δεν υπάρχουν στον Αετό οικήματα για να στεγασθούν». Έτσι χάθηκε το Ειρηνοδικείο, το Αγρονομείο, το Συμβολαιογραφείο, το Ημιγυμνάσιο, και τελευταία τον Αστυνομικό Σταθμό. Εσκορπίσανε σαν του λαγού τα παιδιά! 

  Εκείνη η αναπάντεχη, η μαύρη, η φρικιαστική περιπέτεια, έγινε ορόσημο οπισθοδρόμησης του Αετού και φράγμα αδιαπέραστο στην εξελιγκτική του πορεία. Άφησε μέσα μας σε όλους τους Αετοβουναίους κατάλοιπα, που θα μας συνοδεύσουν μέχρι της τελευταίας μας πνοής, αλλά και μία παρακαταθήκη ότι ο ευλογημένος αυτός τόπος έδωσε διαχρονικά πολλά θύματα για την ελευθερία της πατρίδας. 


   ΑΓΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΚΟΛΑΣΗ 
  Εχάραξ' ένα Σάββατο, 
μία μέρα μαυρισμένη 
 για την κωμόπολη τ' Αητού, 
βαρεία συγνεφιασμένη. 

Ο ήλιος δεν εφάνηκεν 
ετούτη την ημέρα, 
να ρίξει τις ακτίνες του, 
το φως του εκεί πέρα. 

Επίθεση ξαπέλυσαν 
κατακτητές βαρβάροι 
να καταστρέψουν τον Αητό, 
το ωραίο μας καμάρι. 

Κανόνια βάζουν από μακριά 
και άρματα συνάμα 
μες στο χωριό απλώνεται 
μια πύρινη ανταύγεια. 

Παντού φωνές κι αλαλαγμοί 
από κατοίκων χείλη, 
φεύγουνε, τρέχουν να κρυφτούν 
να μην τους δουν οι σκύλοι 

Οβίδες σκάζουν πλάι τους, 
βροχή τα πολυβόλα πέφτουν 
να τους σκοτώσουνε, 
λες κι είναι άγρια ζώα. 

Και όλ' αυτά δε φτάνουνε 
στ' ανήμερα θηρία, 
πιάνουν και βάνουνε 
φωτιά σε κάθε μια οικία. 

Στήλες καπνού υψώθηκαν 
φωτιές παντού άναψαν 
το βιός των μαύρων χωρικών 
δια μιας το κατακάψαν. 
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ  ΛΥΜΠΕΡΗ  ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ 
(Αετινός) (Εμπνευσμένο και στιχουργημένο το απόγευμα της 11ης Σεπτεμβρίου 1943 κάτω από ένα θεόρατο δέντρο στο χωριό Χρύσοβα, αγναντεύοντας με πίκρα τις φλόγες και τους καπνούς του Αετού). 

Μετά το κάψιμο των σπιτιών μαζί με ότι υπάρχοντα ρούχα ,τρόφιμα υπήρχαν αρχίζει ο Γολγοθάς των κατοίκων. Τουλάχιστον για 3 έως 4 μήνες χρησιμοποιούν ότι ξώσπιτα υπήρχαν ,όπως στο Λόπεσι ,Βάλες και αλλού. Εδώ να επισημανθεί η αλληλεγγύη μεταξύ των Αετοβουναίων, καθώς και η αλληλεγγύη των κατοίκων των γύρω χωριών προς τους δοκιμαζόμενους κατοίκους του Αετού.

  Αρχίζει η φθίνουσα πορεία του Αετού, στους μισούς κατοίκους επέβαλαν να στεγαστούν στο Δώριο, άλλοι έφυγαν για Κυπαρισσία, Φιλιατρά και Αθήνα, φιλοξενούμενοι σε συγγενείς, άλλοι για χώρες της μαύρης ξενιτιάς. Το 1947 η προσωρινή στέγαση με επικεφαλής το Στυλιανό Γονατά σε σύσκεψη με τα κοινοτικά συμβούλια Αετού ,Δωρίου και το Σύλλογο Αετού (είχε ιδρυθεί το 1945) αποφασίζουν να φτιάξουν σπίτια για τους πυροπαθείς Αετοβουναίους στο Δώριο ,όπου και έχτισαν τον Νέο Αετό. Όσοι δεν αποφάσισαν να κτίσουν καινούργιο σπίτι στο Δώριο αλλά να παραμείνουν στον Αετό ,ελάχιστη βοήθεια πήραν από την πολιτεία, οι δε λεγόμενοι Βενιζελικοί δεν έλαβαν τίποτε. 
Στο Δώριο έμειναν αδιανέμητα οικόπεδα τα οποία δεν δόθηκαν ποτέ στους δικαιούχους ,δηλαδή σε όσους πυροπαθείς αποφάσισαν να μείνουν στον Αετό και να μη μετοικήσουν στο Δώριο. 
Οι δε Γερμανοί μετά από πολλά χρόνια έδωσαν ελάχιστες αποζημιώσεις με διακρατική συμφωνία που δεν είναι άξια λόγου να αναφερθεί ,γιατί στους πολύπαθους κατοίκους των μαρτυρικών χωριών της Ελλάδας δεν έφθασε σχεδόν τίποτε. 

ΑΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΣ ΤΟΠΟΣ 
Τρίζουν τα δέντρα, τα βουνά, 
βογγούν τα Κυπαρίσσια. 
Σκούζουν τα μαύρα τα πουλιά 
και τα λουλούδια κλαίνε. 
Τρέμει το ξωκκλήσι τ' Αϊ Λιά, 
θρηνεί το Αετοβούνι, 
 κι αυτός ο Κεφαλόβρυσος 
θόλωσε τα νερά του... 
Κλαίνε παιδιά, βαρηόχηρες, 
γονείς για τα παιδιά τους. 
Κλαίνε αδέρφια, συγγενείς, 
συγχωριανοί και φίλοι. 
Κλαίει κι ο καθένας χωριστά 
για το καμένο βίος του. 
Κι από τον Άδη ακούστηκαν 
φωνές των πεθαμένων, 
εκείνων που σκοτώθηκαν, 
κι εκείνων που κάηκαν: 
- «Αητέ μας, υπερήφανε 
κι απροσκυνήτων τόπε, 
σκληρά που σ' εβασάνισε 
η αγριάδα των πολέμων!... 
Ετρίτωσες στην πυρκάιά 
μέσα σε δυο αιώνες!... 
Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, 
τριγύρω νεκραμάρα! 
Μη φοβηθείς, μη πτοηθείς 
και ρίξεις τα φτερά σου. 
Πάτα γερά τα πόδια σου 
στων Πελασγών τα τείχη 
κι όλο ψηλά ν' αγνάντευε 
μ' αγέρωχο το βλέμμα». 
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Γ. ΓΚΟΤΣΗ
(Λαογράφος που ασχολήθηκε με την ιστορία του Αετού)


Παναγιώτης Καραίσκος


ΠΗΓΕΣ:

α)Ιφιγένεια Γκότση (Η Φωνή του Αετού).
β)Μαρτυρίες κατοίκων του Αετού.
γ)Παναγιώτης Κανελλόπουλος (Η Εθνική αντίσταση στη Τριφυλία).
δ) "Παραδόσεις και ενθυμήματα περί Αετού Τριφυλίας" του Λεωνίδα Παπαναστασίου

1 σχόλιο:

  1. Η νιτσα ρουκα ξερω απο εγκυρες πηγες οτι δεν ειχε σχεση με προδοσιες

    ΑπάντησηΔιαγραφή