Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

Π Ρ Ω Τ Α Γ Ι Α Σ Η

 


ΠΡΩΤΑΓΙΑΣΗ: Διήγημα του Τριφύλιου Λαογράφου και Συγγραφέα ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ Κ. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ   

  Η αφήγηση αυτή του μπάρμπα Λιά, είναι πέρα για πέρα αληθινή και δημοσιεύεται ως αντιχάρισμα στη μνήμη του. Να τι μου είπε κάποιο χειμωνιάτικο βράδυ καθώς μιλάγαμε για τα παλιά μπροστά σ΄ ένα φουντωμένο τζάκι. 

  Μαζευόμαστε που λες ανιψιέ στα Σκλαβέϊκα, στου γέρο Γιωργάκη το σπίτι, εγώ, δύο Κολετσαίοι από του Καραμούσταφα, ο ξακουστός Θανάσουλας από την Παύλιτσα, ο Νικόλα Αδάμης από τα Πλατάνια και δύο μου κουμπάροι από του Ρίπεσι. Είχαμε συναμεταξύ μας φιλίες και κουμπαριές γιατί κλέβαμε πότε ο ένας, πότε ο άλλος σφαχτά και για να μη ντουφεκιόμαστε, κουμπαριάζαμε. Επήγαμε στο πανηγύρι του Αη Δημητριού για να φκιάσουμε το συγκέσιο του Νικόλα και της Παρασκευής, που ο πατέρας της είχε σκοτωθεί το 12 στο Μπιζάνι και ήτανε πεντάρφανη. 

  Τους λέω , ελάτε στο χωριό περνάγοντας τα Χριστούγεννα, γιατί είπα μέσα μου. Άμα πάου να κλέψω καμιά βετούλα, να κλέψω μετά τις γιορτάδες, επειδή ήθελα να ξομολογηθώ στον παπά και να μεταλάβω. Από κοντά λογάριαζα πως και να βουτήξω κανά σφαχτό δεν είναι κρίμα. Τι διάολο να τους τάϊζα που εκείνοι ηθέλανε μια πλευριά ο καθένας και δυό μπότες κρασί στην καθισιά τους. 

   Έλα μου τα φώτα έρχουνται στο χωριό. "Πάμε" μου λέει ο ξαδερφός μου ο Θανάσουλας από την Παύλιτσα, ο θεόρατος παλικαράς. "Πάμε κατά το Αρτικέικο ποτάμι να βουτήξουμε καμιά μηλιώρα". 

  Το λέμε στον μπάρμπα μου τον Γιωργάκη ογδονταπέντε με ενενήντα χρονών γέρο. Βγαίνει εκείνος στο ξάγναντο να τηράξει τον καιρό. Ήτανε μανούλα καϋμένη στην κλεψιά. Είχε κάνει καμιά δεκαριά χρόνια φυλακή και εξορία περί ζωοκλοπή και ήξερε ούλα του καιρού τα γυρίσματα. Μας είπε: 

   -Σκιάζουμε ρε παιδιά, πως δεν θα σας κάμει καιρό. Ετούτες οι δουλειές θέλουνε να είναι σκοτάδι, να βρέχει και να μη ρίχνει χιόνι και πιάσουνε τ' γνάρια οι χωροφυλάκοι. 

   Μας ορμήνεψε ο μπάρμπας νάχουμε σηκωμένα τα κοκόρια στις μπιστόλες , λέγοντας πως στην πέρα μεριά έχουνε κακά σκυλιά, που κατεβάζουνε ακόμα και καβαλάρη. Πήραμε το ρέμα-ρέμα , για να μην μας πιάνουνε τ' αγνάρια, βουτήξαμε δυό μηλιώρες , σα θρεφτάρια και γυρίσαμε. 

  Ξεσηκωμός στο σπίτι. Φκιάσαμε τις συκωταριές και δίναμε του μπάρμπα τα μαλακά, γιατί δεν είχε δόντια ο καψερός. Βάνουμε το ένα σφαχτό στο λεβέτι κι' απάνου που αποφάγαμε τα μεσικά, σκούζει η συγχωρημένη η γυναίκα μου.

   -Κρυφτείτε! Λακάτε ούλοι! Έρχεται ο πάπα Κυριάκης να αγιάσει! 

  Ήτανε Πρωτάγιαση. Μεριάζουμε τη σανίδα που ήτανε εξεπίτηδες ξεκάρφωτη στη άκρη στο πάτωμα, για να λακάμε από τ΄ αποσπάσματα και πέφτουμε στο κατώι. Μπαίνει μέσα ο παπάς, αρχινάει με το βρεγμένο βασιλικό να αγιάζει δώθε-κείθε το σπίτι. Ο κακαμοίρης ο μπάρμπας μου από την τρομάρα του χώθηκε στην μπαντανία κουκουλωμένος απάνου στ' αμπάρι. Αγιάζει τη γριά μου, ξεσκεπάζει τον μπάρμπα του ρίχνει μια με το ματζέτο το βασιλικό στο κούτελο και του δίνει να φιλήσει το Σταυρό. Ετότες γίνηκε το μεγάλο κακό. Ανοίγει εκείνος το στόμα του και του πέφτει ένας μεζές κριτσιανίδα που μάσαγε ο έρημος ακόμα, θύμωσε ο παπάς και του λέει: 

   -Ρε γέρο! Τέτοια χρονιάρα ημέρα που νηστεύουνε και το λάδι, τρως κρέας ρε αμαρτωλέ; Τι ψυχή θα παραδώκεις; 

   Τι να ειπεί ο γέρος μαζεύτηκε σα σουγιάς. Κάνει κατά το παραγώνι ο παπάς να αγιάσει, γλέπει στη φωτιά το λεβέτι να βράζει. 

   -Τι βράζεις εδώ μέσα μωρή Λιού; της είπε λοξοκοιτώντας την. 

  -Μπλουγούρι μπουρμπουλιάζω, παπά μου, να πάου στα παιδιά που είναι στα γίδια, κρύο που κάνει σήμερα. 

   Παραμερίζει ο παπάς το σοφρά που σκέπαζε το λεβέτι, βλέπει την μηλιώρα που χόχλαζε. Μπήγει τις φωνές και φοβερίζει ότι θά μας αφορίσει. Το ακούμε εμείς στο κατώι και πεταγόμαστε απάνου σαν το κουνάβι που το πιάνει ο καπνός της φωτιάς. Μπροστά ο Θανάσουλας ο θεόρατος, πίσω εμείς γιατί σκιαχτήκαμε τον αφορεσμό.

   -Συχώρα μας παπά μου, του είπε ο Κολέτσιος και δώσε μας να φιλήσουμε τον Σταυρό.

   -Τον κακό σας τον καιρό, μας είπε και έκατσε στο τραπέζι. Όξω χιόνιζε. Του ρίξαμε μια ποτηριά να ζεσταθεί. Ύστερα άλλη μία.

   -Από που το κλέψατε ρε το σφαχτό; μας ανάκρενε.

   -Δικό μου είναι, του είπε ο Θανάσουλας. Εκείνος γέλασε κοροϊδευτικά και του είπε: 

  -Άμα κιόσουνε ούλου του κόσμου τα σφαχτά από την δώθε και την κείθε μεριά του ποταμιού της Νέδας, ετότες θα φέρεις και δικό σου. Όρσε νοικοκύρης. 

   Έριξε ο παπάς μια ποτηριά μοναχός του από την κανάτα, αναστέναξε για την κατάντια μας και ρώτησε τη γριά μου: 

   -Είναι παχειά μωρή Λιού η μηλιώρα; 

   -Βουτάει η γριά, βγάζει ένα μπροστινό κομμάτι στο καπάκι, μοσκοβόλησε ο τόπος. Σηκώνεται από το αμπάρι ο γερο Γιωργάκης, ξεκοκκαλιάζουμε το κρέας, κι' αρχινάμε το φαγοπότι. Οι δύο Κολετσαίοι λέγανε τραγούδια χλιβερά και παραπονεμένα. Αρχίνησε ο παπάς κι' έλεγε τα ίδια. Σουρούπωσε. Σηκώθηκε, πήρε την τασσούλα με τον αγιασμό να πάει για τον εσπερινό. Φτάνοντας στη ράχη, κοντά στην εκκλησιά, νάσου ο Βγενισάκος ερχότανε από τα γίδια.

   -Παπά μου να με αγιάσεις τον καψερό, του είπε και σταυροκοπήθηκε. Του ρίχνει μια ο παπάς στο κούτελο με το βασιλικό, του δίνει το Σταυρό και το χέρι να το φιλήσει.

   -Αμάν παπά μου, τι είναι τούτο;

   -Τι είναι ρε, του λέει ο παπάς.

   -Γίδα βραστή μυρίζει το χέρι σου. Τότε εκείνος του δίνει μια σπρωξιά και του λέει: 

  -Ρε το χέρι στο έδωκα να το φιλήσεις κι' όχι να το μυρίσεις, αφορεσμένε. 

   Την άλλη ημέρα αρρώστησε ο μπάρμπας μου ο Γιωργάκης. Τον μετάλαβε ο παπάς κι' ύστερα από πέντε ημέρες πέθανε από πλεμονία... 

   Πέρασαν από τότε χρόνια πολλά. Το μοναχόσπιτο στα ριζά του κάστρου, έρημο πια, χάλασμα, σκιαχτερό, κράτησε μοναχά ένα ξύλινο παραθυρόφυλλο, από την παλιά αρματωσιά του. 

   Φέτος την πρωτάγιαση πέρασα από εκεί, Ο βοριάς φύσαγε κρυαδερός χτυπώντας το παραθυρόφυλλο στον τοίχο, λυπητερά- λυπητερά,σαν γλυκόηχη καμπάνα, στη μνήμη του παπά, του μπάρμπα Λιά, και των άλλων. 

  Αιώνιο μνημόσυνο στις άδολες ψυχούλες των βασανισμένων ανθρώπων εκείνης της λησμονημένης εποχής. 

  Το διήγημα δημοσιεύτηκε στη ΦΩΝΗ του ΑΕΤΟΥ το 2003 αριθμός φύλλου 65 με την επιμέλεια του τότε προέδρου του Συλλόγου Ναπολέοντα Γκότση.

Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2020

Μέρες, αλλά και ραδιοφωνικές νύχτες


 Όνειρο κάθε παιδιού εκείνης της μακρινής δεκαετίας του 1950, ήταν ένα μυστήριο κατασκεύασμα που είχε φωνή, έπαιζε μουσική, έλεγε παραμύθια. Το λέγανε ραδιόφωνο. Και τι δεν θάδινε κανείς για να το αποκτήσει. Άπιαστο όνειρο, δεν έφταναν τα χρήματα για να αποκτηθεί αυτό το μαγικό κουτί. Κι αν τύχαινε κάπου σε κάποιο καφενείο να υπάρχει, τις Κυριακές γινόταν το αδιαχώρητο. 

 Είχε βλέπεις ποδόσφαιρο και οι μικροί ήτανε όλοι οπαδοί, σε ομάδες χωρισμένοι. Περίμεναν όλη την εβδομάδα να έρθει εκείνη η μέρα... Και ξέσπαγαν σε πανηγυρισμούς αν πήγαινε η ομάδα τους καλά. Εκείνη η χαρακτηριστική φωνή που με αξιοθαύμαστη ταχύτητα αράδιαζε τις λέξεις, έφτιαχνε φανταστικές εικόνες και ηρωποιούσε ακόμα πιο πολύ τα είδωλα που τότε αγαπούσαν! 

 Εκείνες οι στιγμές όσο κι αν ο καιρός περνά, θα μένουν στη μνήμη χαραγμένες, σαν κάτι το όμορφο, το ξεχωριστό! Καθώς περνούσε ο καιρός η σαγήνη του ραδιοφώνου άρχισε να εξαπλώνεται σε πολλά σπίτια του χωριού μας. Τα ραδιόφωνα στα καφενεία ήταν πραγματικός πόλος έλξης. Οι παράξενες ραδιοφωνικές συσκευές προκαλούσαν το ενδιαφέρον με το σχήμα, το χρώμα και τα κουμπιά που είχαν. Με ένα γύρισμά τους μεταφερόταν το ενδιαφέρον σε άλλα μέρη και τόπους, όπου υπήρχε σταθμός. Πολλοί τολμούσαν και τ' αγόραζαν. Όχι όμως με μεγάλη ευκολία, γιατί ήταν πανάκριβα. Άξιζαν όμως τα λεφτά τους. 

 Ήταν ένα μοναδικό δώρο προς την οικογένεια. Έτσι θα μπορούσε κανείς να διασκεδάζει, να ακούει τις ειδήσεις. Μια φορά και έναν καιρό, εκείνα τα βράδια του χειμώνα, στην ξεχασμένη του χωριού γωνιά, κάτω απ' το φως της λάμπας πετρελαίου, μπορούσε να ταξιδεύει κανείς νοερά, μέσα από τα μεσαία τότε ραδιοφωνικά κύματα. Και έξω το σκοτάδι να είναι τόσο βαθύ που άνθρωπος δύσκολα θα μπορούσε να το διασχίσει. Εκείνη η απομόνωση δυνάμωνε αλλά και σφυρηλατούσε τους δεσμούς της οικογένειας δίπλα στη θαλπωρή της φωτιάς. Και η σιγανή ή η δυνατή φωνή του ραδιοφώνου να γίνεται ακόμα πιο οικεία, πιο ελκυστική. Και τα Χριστούγεννα έκανε το κλίμα περισσότερο εορταστικό με τις ιστορίες και τα παραμύθια για τους Καλικάντζαρους, τα κάλαντα, τον Άγιο Βασίλη, τις ευχές! 

 Το ραδιόφωνο έμπαινε στο σπίτι σαν καλοδεχούμενος επισκέπτης. Ακούγοντας τα τραγούδια μέσα από τις λιγοστές συχνότητες, γνώριζε κανείς τραγουδιστές, αλλά και ποικιλόμορφα άσματα. Και όλα εκείνα τα ακούσματα είναι συνδυασμένα με τον τόπο, την ηλικία ακόμα και την διάθεση που δημιουργούσαν στον ακροατή. 

 Ποιός τότε δεν διασκέδασε με τις αφιερώσεις που γίνονταν στον "ΠΥΡΓΟ" όπως λεγόταν τότε ο αξέχαστος μελωδικός σταθμός. Ποιός δεν θυμάται τις αφιερώσεις των μανάδων για τα παιδιά τους που έλειπαν και ακόμα τα ξεχωριστά τραγούδια της ξενιτιάς. Τις πρώτες δειλές αφιερώσεις προς την αγαπημένη, τις πιο πολλές φορές με την ελπίδα να της αγγίξει το συναίσθημα. Όμορφες στιγμές, που τότε μόνο το ραδιόφωνο μπορούσε να χαρίσει. Μεγάλωσαν γενιές μαζί του, έμαθαν τα παιδιά καινούργια παραμύθια. Διασκέδασαν με τις ιστορίες του Καραγκιόζη. Ταξίδεψαν μαζί του με το νου, έπλασαν εικόνες, φαντάστηκαν τόπους, σκηνοθέτησαν παραστάσεις. Σαν ακροατές ξέφυγαν από τα στενά, τα συννεφιασμένα σύνορα της ζωής του χωριού. 

 Σήμερα το ραδιόφωνο μπήκε πλέον σε κάθε σπίτι, ακόμα και στις τσέπες ή τα κινητά. Μα οι εκπομπές που ακούγονται τώρα από αυτό, τουλάχιστον στη συντριπτική τους πλειοψηφία, κάθε άλλο παρά πολιτισμό μεταφέρουν. Εκείνη η μοναδική έλξη που ασκείτο σε ανθρώπους κάθε ηλικίας, θα πρέπει να ομολογήσει κανείς ότι έχει χαθεί οριστικά. Στην εποχή μας κυριαρχούν κακόγουστα ή και προκλητικά διαφημιστικά μηνύματα και ο χρόνος συμπληρώνεται με απόψεις όχλου... 

 Το ραδιόφωνο από ποιοτικός πρωταγωνιστής της ζωής εκείνων των χρόνων, έγινε ένας σύγχρονος καλοντυμένος κομπάρσος. Αν και πλήθυναν οι συχνότητες, πολλοί μέσα από αυτές στην προσπάθειά τους να γεμίσουν την εκπομπή τους, βγάζουν κραυγές, αλλά και ψιθύρους... 

  Προς το παρόν ας κλείσουμε το σύγχρονο ραδιοφωνάκι, που τώρα εύκολα αποκτούμε και ας ανοίξουμε εκείνο της μνήμης. Σε πολλές περιπτώσεις με την σιωπή και τη σκέψη ίσως μπορέσει κάποιος να προσφέρει περισσότερα στον εαυτό του. Όταν μιλάμε για ραδιόφωνο, πάντα θυμάμαι εκείνο το πρώτο, που τόσο δύσκολα είχε αποκτηθεί!! 

Πρωτοδημοσιεύτηκε στη ΦΩΝΗ του ΑΕΤΟΎ τον Μάρτιο του 2008, αριθμός φύλλου 85, με επιμέλεια του τότε Προέδρου Ναπολέοντα Γκότση,

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2020

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

  Οι εκλογές στην Ελλάδα από το 1832, που καθιερώθηκε η πρώτη καθολική ψηφοφορία, έγιναν χωρίς την παρουσία γυναικών. Αποκλείστηκαν από το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεστε, το οποίο έμεινε αποκλειστικό μόνο για τους άνδρες και για πολλά χρόνια.

  Μόλις το 1925 εγκρίθηκε νόμος που έδινε το δικαίωμα στις γυναίκες να ψηφίζουν σε τοπικές εκλογές, με δύο όμως ισχυρούς περιορισμούς. Να έχουν συμπληρώσει το 30-κοστό έτος της ηλικίας των και να έχουν αποπερατώσει τουλάχιστον την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Φυσικά ο νόμος δεν εφαρμόστηκε, με τις γυναίκες στα επόμενα χρόνια να βρίσκονται στο περιθώριο της πολιτικής ζωής. Κάποιες προσπάθειες κάτω από την πίεση φεμινιστικών κινημάτων, έδωσαν κατά καιρούς το δικαίωμα της ψήφου στις γυναίκες, αλλά πάντα σε τοπικό επίπεδο.

  Ο Εμμανουήλ Ροΐδης περιγράφοντας το μισογυνισμό της  εποχής έγραψε: "Δύο επαγγέλματα είναι κατάλληλα για τις γυναίκες: νοικοκυρά και πόρνη"

  Σε Εθνικό επίπεδο οι γυναίκες στην Ελλάδα ψήφισαν για πρώτη φορά, από 18 ετών και πάνω, τον Απρίλιο του 1944 για το Εθνικό Συμβούλιο του ΕΑΜ.

  Τελικά το δικαίωμα της ψήφου και της εκλογής, για τις γυναίκες, καθιερώθηκε για πρώτη φορά στις 28 Μαΐου 1952 . Πρώτη γυναίκα που έγινε Βουλευτής είναι η Θεσσαλονικιά Ελένη Σκούρα.

  Στον Αετό ο εκλογικός κατάλογος των γυναικών που είχαν δικαίωμα ψήφου συντάχθηκε για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 1952. 

  Ακολουθεί σε φωτογραφίες αυτός ο κατάλογος, που κατά τη γνώμη μου είναι ελλιπής. 





 

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2020

ΕΚΛΟΓΙΚΑ ΔΗΜΟΥ ΤΡΙΠΥΛΗΣ 1865

   Είχαμε ανεβάσει παλαιότερα τον παρακάτω κατάλογο, αλλά κάτι δεν πήγαινε καλά, με τον σύνδεσμο. Τον ανεβάζουμε πάλι, γιατί έχει τεράστιο ενδιαφέρον, για το πως διαμορφώθηκαν τα επώνυμα σε ολόκληρο τον Δήμο Τριπύλης. Μέσα βρίσκονται τα χωριά: Αετός, Σελά, Βαρυμπόπι, Λεντεκάδα, Ραυτόπουλου, Λυκουδέσι, Τριπύλα, Λαντζουνάτου, Λεσοβίτι, Καλογερέσι, Ασούταινα, Κλωνί, Δάρα, Μάλη, Βυδίσοβα, Μποντιά και Μαλίλι. Αρκεί κάποιος  να πατήσει στον παρακάτω σύνδεσμο, θα μεταφερθεί στον κατάλογο, τον οποίο μπορεί να εκτυπώσει ή να αποθηκεύσει στον Η.Υ. 

https://drive.google.com/file/d/1qlMSdXCJTl-PAloMRaNPL26oASQHZCMQ/view?usp=sharing

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ Φ. 134

 

  Κυκλοφόρησε το φύλο 134 της εφημερίδας του Συλλόγου μας. Η εφημερίδα θα φτάσει, όπως πάντα σε όλους τους πατριώτες και φίλους. Αυτή τη φορά μεταξύ τυπογραφείου και διορθώσεων βγήκε κουτσουρεμένο το κείμενο για τα πλατάνια του Κεφαλαριού. Δημοσιεύουμε την εφημερίδα και στο blog, διορθωμένη. Αρκεί να πατήσει κάποιος τον παρακάτω σύνδεσμο, για να δει και να διαβάσει την εφημερίδα.

https://drive.google.com/file/d/1mN0cjfIIav2DCSMAnjdj3KNaAZd0IhP8/view?usp=sharing

Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2020

ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΣΥΓΓΡΟΥ ΣΤΟΝ ΑΕΤΟ

 

Ο πρώην Δήμαρχος Αετού κ. Δημήτρης Δριμής, με αφορμή την επίσκεψη του Δημάρχου Τριφυλίας κ. Γιώργου Λεβεντάκη στον Αετό και την απάντηση του Δημάρχου για την υπόθεση του σχολείου Συγγρού, μας έστειλε επιστολή την οποία δημοσιεύουμε. Μακάρι να είναι η αρχή αυτό το εξαίσιο αλλά ξεχασμένο κτίριο να αξιοποιηθεί.

 ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΜΕΛΕΤΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΤΙΡΙΟ ΣΥΓΓΡΟΥ - ΑΝΑΖΗΤΕΙΤΑΙ ΥΠΕΥΘΥΝΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΙΣΤΙΑ!

  Ο Δήμαρχος και ο αντιδήμαρχος  Τεχνικών Υπηρεσιών Τριφυλίας, σε επίσκεψή τους (21/8) στον Αετό ανέφεραν πως δεν υπάρχει μελέτη για το κτίριο Συγγρού.

Τους θέσαμε (27/8) δημόσια το ερώτημα: υπάρχει ή δεν υπάρχει μελέτη με τίτλο “Μελέτη Αποκατάστασης και ανάδειξης Κτιρίου Συγγρού και περιβάλλοντος χώρου δ.δ. Αετού”, με επιμέρους μελέτες: Αρχιτεκτονική κτιριακών έργων, Ειδική Αρχιτεκτονική (περιβάλλοντος χώρου), Ηλεκτρομηχανολογική, Τοπογραφική, Στατική, σύμφωνα με την 15/2010 Απόφαση Ανάθεσης Μελέτης της Δημαρχιακής Επιτροπής του δήμου Αετού;

Απάντηση δεν πήραμε. Ούτε εμείς, ούτε οι δημότες και οι θεσμικές συλλογικότητες του Αετού.

Κατανοούμε πως ο δήμαρχος και ο αντιδήμαρχος δεν γνωρίζουν πού πήγαν και ποιόν τόπο επισκέφθηκαν.

Δεν γνωρίζουν όμως ούτε το αρχείο του δήμου που διοικούν;

 Ή, ρωτάμε, “τους παραπλάνησε και πάλι κάποιος προϊστάμενος;”

Σε κάθε περίπτωση, ας μάθουν πως:

Η εκπόνηση της παραπάνω μελέτης σχεδιάστηκε και ανατέθηκε από το δήμο Αετού το 2010, για την επαναχρησιμοποίηση του κτιρίου και του περιβάλλοντος χώρου ως Πολιτιστικού – Περιβαλλοντικού Κέντρου.

Επιβλέπουσα υπηρεσία ήταν η ΤΥΔΚ Μεσσηνίας και στη συνέχεια, λόγω Καλλικράτη, η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών του Δ. Καλαμάτας.

Οι μελέτες ελέγχθηκαν και εγκρίθηκαν από την Τεχνική Υπηρεσία του Δ. Καλαμάτας και εστάλησαν στο Δ. Τριφυλίας, για οριστική παραλαβή.

Το Δημοτικό Συμβούλιο τις παρέλαβε με τις υπ` αρίθμ.: 333/2011, 334/2011, 384/2011, 152/2012 και 153/2012 αποφάσεις του.

Με ενέργειες της Τεχνικής Υπηρεσίας του δήμου διασφαλίστηκαν όλες οι αναγκαίες εγκρίσεις για την αποκατάσταση και ανάδειξη του κτιρίου, σύμφωνα με τη θεωρημένη μελέτη, από την Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Δυτικής Ελλάδος. (ΥΠ.ΠΟ.Α./ΥΝΕΜΤΕΔΕ/Φ06-β/1228/4/4/2014).

Το κτίριο έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο, καθώς παρουσιάζει αρχιτεκτονικό και ιστορικό ενδιαφέρον για τον οικισμό, αλλά και για την ιστορία της στέγασης των σχολικών κτιρίων στην Ελλάδα.

Επειδή:

1) Υπάρχει πλήρης, οριστική, εγκεκριμένη και με όλες τις αδειοδοτήσεις μελέτη, που δυστυχώς δεν αξιοποιήθηκε μέχρι σήμερα. 

2) Το μόνο που χρειάζεται είναι επικαιροποίηση τιμολογίων και σύνταξη τευχών δημοπράτησης. Δουλειά, δηλαδή, δύο ημερών για την υπηρεσία.

3) “Τρέχουν” αρκετά προγράμματα χρηματοδότησης εμβληματικών και διατηρητέων κτιρίων,  όπως: α) Η β` πρόσκληση του Πράσινου ταμείου, (την α` δεν την πήραν χαμπάρι στο δήμο Τριφυλίας) που δέχεται προτάσεις από 2 Σεπτεμβρίου έως 20 Νοεμβρίου 2020. β) Η πρόσκληση του προγράμματος «ΑΝΤΩΝΗΣ ΤΡΙΤΣΗΣ», που δέχεται προτάσεις από 28 Αυγούστου έως 31 Δεκεμβρίου 2020.

4) Αναζητείται υπευθυνότητα και αξιοπιστία από τη δημοτική αρχή.

Τους καλούμε να πράξουν το αυτονόητο:

Να υποβάλλουν άμεσα πρόταση χρηματοδότησης, καθώς πρόκειται για ένα εμβληματικό έργο για το μαρτυρικό Αετό και την ευρύτερη περιοχή.

 


  Υ.Γ. Εικόνα από τα σχέδια της μελέτης.


Δημήτρης Α. Δριμής, επικεφαλής της “Ανεξάρτητης  Δημοτικής  Συνεργασίας”, τ. δήμαρχος Αετού

Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΔΙΑΣΩΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΟΝ ΚΕΦΑΛΟΒΡΥΣΟ ΑΕΤΟΥ

 Τι 'εχεις καημένε πλάτανε και στέκεις μαραμένος

με τις ριζούλες στο νερό με την δροσιά στα φύλλα.

                       ----------

Παιδιά μ', σαν με ρωτήσατε, να σας το μολογήσω

Αλί πασάς επέρασε με δεκαοκτώ χιλιάδες

κι' όλοι στον ίσκιο μ' έκατσαν και κάτω απ' την δροσιά μου

κι' όλοι σημάδι μ' έβαλαν κι' όλοι με τουφεκίσαν.

                          ----------

Άλλοι βαρούν τους κλώνους μου κι' άλλοι βαρούν τα φύλλα

κι' ο σκύλος ο Αλί πασάς βαρεί μες στην καρδιά μου

Μαράθηκαν τα φύλλα μου μαράθηκε η καρδιά μου

(Πελοποννησιακό παραδοσιακό δημοτικό τραγούδι)

Μαράθηκε και κόπηκε ένας απ' τους υπέραιωνόβιους πλάτανους της Πελοποννήσου στο χωριό μας τον Αετό Μεσσηνίας. Πολύ σπάνια δέντρα δέθηκαν τόσο πολύ με τους ανθρώπους του τόπου τους, όσο τα πλατάνια του Αετού.

Για να γίνουν έτσι μεγαλοπρεπή και αγέρωχα,δούλεψαν οι αιώνες. Οι αρχές τους χάνονται στα βάθη του χρόνου, όπως οι ρίζες τους χάνονται στα βάθη της γης του Κεφαλόβρυσου. Πότε και ποιος τα φύτεψε άγνωστο. Οι παππούδες και οι γιαγιάδες τα θυμήθηκαν περίπου στο σημερινό τους μέγεθος.

Στο πέρασμα των αιώνων πάλεψαν σκληρά μ' ανεμοστρόβιλους, μ' ανεμοθύελλες, με τον βοριά, με μπόρες, με καταιγίδες. Τα βάρεσαν αστραπές, κεραυνοί. Λαβώθηκαν από βόλια. Βόλια τούρκικα, βόλια κλέφτικα, βόλια αντάρτικα. Βόλια του κεφιού και της ξεφάντωσης. Άντεξαν είδαν το χωριό μας πολυάνθρωπο, στις δόξες του.

Στον ίσκιο τους κάθισαν πολλοί. Απλοί άνθρωποι, διάσημοι άνθρωποι, εργάτες, χιλιάδες επισκέπτες, γερουσιαστές,υπουργοί, βουλευτές, αρματολοί και καπετάνιοι. Ο Κολοκοτρώνης, ο Μπέλκος, ο Σταματέλος, ο Αναγνώστης, ο Γιώργος Γκότσης, ο Καλαμπόκης, ο Μήτρος Αναστασόπουλος και τόσοι άλλοι.

Η λαϊκή παράδοση μας λέει ακόμα  ότι αντίκρισαν  της βρύσης φαντάσματα, λάμιες, αερικά, ξωτικά, νύμφες, νεράϊδες και στοιχειά. Στ' αλήθεια τα πλατάνια μας με τη βρύση πόσες ιστορίες δεν θα μπορούσαν να πούν. Και τι δεν έζησαν, και τι δεν άκουσαν. Γέλια, κλάματα, χαρές, λύπες, αποχαιρετισμούς, δάκρυα,πολέμους, τραγούδια της νύφης, όταν την πήγαιναν στη βρύση τη δεύτερη μέρα του γάμου, τραγούδια του γάμου, τραγούδια κλέφτικα, τραγούδια της λευτεριάς, κρυφούς καυμούς,βουβούς πόνους, ξεφαντώματα, πανηγύρια, αγωνίες. Κρυφάκουσαν ιστορίες γι' αγάπες κι' έρωτες, χτυποκάρδια, ντέρτια και σεκλέτια. Ολόκληρο το ανθρώπινο δράμα, γνήσιο και αυθόρμητο, απλό απελέκητο χιλιοπαιγμένο κάτω απ΄τους κλώνους τους και δίπλα στη βρύση.

Με χιόνια, με κρύα, με βροχές, με βοριάδες και με νοτιάδες τα πλατάνια μας έμειναν εκεί, γατζωμένα στη γη του Κεφαλόβρυσου, κάτω απ' τη σκιά της Πύλας. Σαν στοιχειά ανθρώπινα, με ψυχή, με μιλιά βουβή. Δίπλα ακριβώς απ' τη πηγή, αναδεύουν παλιούς καιρούς, δόξες και θύμησες. Κινούνται εκατοντάδες χρόνια, ανάμεσα στο θρύλο και στην ιστορία, σιωπηλοί μάρτυρες της ζωής.

Και τώρα μετά από αιώνες έρχεται το τέλος τους, όχι απ' τα βόλια του Αλί πασά που λέει και το τραγούδι, αλλά απ' τον ξενόφερτο ιό ceratocystis platani που τα μαραίνει. Οι ειδικοί επιστήμονες μας βεβαιώνουν ότι και τ' άλλα πλατάνια του Κεφαλόβρυσου, σύντομα θα ακολουθήσουν την ίδια μοίρα. Κακιά μοίρα που ακουμπάει το νου και πληγώνει την καρδιά του κάθε συγχωριανού μας, του κάθε φίλου, επισκέπτη και θαυμαστή του χωριού μας. Ο Κεφαλόβρυσος με τα πλατάνια του, καθιερώθηκαν σαν οικόσημο του χωριού μας,σαν σημείο αναφοράς του τόπου μας, σαν φύλακες της ιστορίας και της παράδοσής του.

Οι φωτογραφίες που ακολουθούν είναι ανελέητες. Ας φανταστούμε πως θ' ναι ο Κεφαλόβρυσος χωρίς πλατάνια. Ζοφερή, αποκρουστική και τραγική η μελλοντική εικόνα του τοπίου.

Χρέος και καθήκον όλων μας, είναι να σχεδιάσουμε από τώρα και να σκεφτούμε την επόμενη μέρα μετά την καταστροφή που έρχεται. Όχι πρόχειρα κι' ανοργάνωτα. Όχι στο πόδι. Με συντονισμό, με μεθοδικότητα, με πρόγραμμα, με λογισμό και μ' όνειρο. Η ευαισθητοποίηση όλων των συμπατριωτών, των φίλων του τοπίου, των αρχών και των παραγόντων του τόπου μας, είναι επιτακτική κι' απαραίτητη όσο δεν ήταν ποτέ άλλοτε.

Όταν προγραμματίσουμε κάτι από τώρα, σίγουρα θα το βρούμε μπροστά μας στα χρόνια που έρχονται. Όταν πιστέψουμε με πάθος σε κάτι, το δημιουργούμε έστω κι' αν δεν υπάρχει. Ακατόρθωτο είναι ότι δεν επιθυμήσαμε αρκετά, δεν το επιδιώξαμε όσο έπρεπε, δεν το ποτίσαμε με ιδρώτα για να μπορέσει να πάρει πάνω του και να δρασκελίσει το κατώφλι της ανυπαρξίας.

Η επόμενη μέρα, μετά την περιβαλλοντική καταστροφή που έρχεται αναπόφευκτα δεν μπορεί να είναι άλλη απ΄ την συνολική ανάπλαση του τοπίου. Η ανάπλαση όμως πρέπει να γίνει με συγκεκριμένα επιστημονικά και περιβαλλοντογικά κριτήρια, από ειδικευμένους ανθρώπους που ασχολούνται με τέτοια θέματα.Ο Αετός διαθέτει πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό, που οι ρίζες του καταλήγουν στα χώματά του. Το δυναμικό αυτό εμπεριέχει ανθρώπους που διακρίνονται στις επιστήμες, στις τέχνες, στις επιχειρήσεις και στον τομέα τους γενικότερα. Αξιόλογους αρχιτέκτονες εξωτερικού χώρου, σχεδιαστές, διακοσμητές τοπίων, γεωπόνους, δασολόγους, περιβαλλοντολόγους, γεωλόγους, τεχνοκράτες.

Ας συστρατευθούν οι ειδικοί, ας υποδείξουν τρόπους, ανθρώπους και μεθόδους, ας καταθέσουν ιδέες και σκέψεις, ας ξεσηκωθούμε όλοι μας, ώστε να αναδειχθεί το πρόβλημα, να γίνει ευρύτερα γνωστό, στους παράγοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης, στη δασική υπηρεσία, στα αρμόδια υπουργεία, στην περιφέρεια Πελοποννήσου, με απώτερο στόχο την ανάπλαση του ιστορικού και γραφικού αυτού μοναδικού τοπίου.

Φίλοι συμπατριώτες, υπογράψτε, υιοθετήστε, αγκαλιάστε αυτό το στόχο, κοινοποιήστε αυτό το κείμενο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα τοπικά μέσα ενημέρωσης, στους φίλους, στους συγχωριανούς μας στην Ελλάδα και το εξωτερικό και σε όσους αγαπούν και θαυμάζουν το φιλόξενο και γραφικό χωριό μας, έτσι ώστε να καταστεί θέμα δημόσιου διαλόγου και αγωνίας γιά το αύριο.

Όλοι εμείς προσωρινοί είμαστε. Το τοπίο του Κεφαλόβρυσου μετρά αιώνες. Όλα αυτά τα χρόνια, κέρασε ζωή σε αμέτρητες γενιές. Οφειλή μας είναι να το παραδώσουμε στις γενιές που έρχονται, καθαρό, όμορφο και φιλόξενο. Το θεμέλιο ύπαρξης του χωριού μας, είναι ο Κεφαλόβρυσος.

Ο καθένας από μας γνωρίζει καλά μέσα του, ότι κάτι χρωστάει σ' αυτό τον τόπο. Ας ανασκουμπωθούμε κι' ας το ξεχρεώσουμε.

Την πρωτοβουλία αυτή πήραν, μετά από συνάντηση, συζήτηση και προβληματισμό που έγινε στο χωριό μας τον περασμένο Αύγουστο και έλαβαν μέρος οι ακόλουθοι συμπατριώτες.

Αντώνης Λόντος, Πρόεδρος του τοπικού συμβουλίου Αετού.

Αντώνης Αλεβίζος, Αντιπρόεδρος του τοπικού συμβουλίου Αετού.

Κώστας Ντεμίρης Μέλος του τοπικού συμβουλίου Αετού.

Σταύρος Αργυρόπουλος, Πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου των απανταχού Αετοβαουναίων.

Δήμητρα Γαρδίκα Πρόεδρος του συλλόγου γυναικών Αετού.

Γιώτα Θεοχαράκη, Γραμματέας του συλλόγου γυναικών Αετού.

Παναγιώτης Καραϊσκος, πρώην Πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου των απανταχού Αετοβουναίων

Ναπολέων  Γκότσης, πρώην Πρόεδρος του πολιτιστικού συλλόγου των απανταχού Αετοβουναίων.

 

Ακολουθούν φωτογραφίες που αποτυπώνουν τη σημερινή θλιβερή εικόνα του τοπίου.








Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου 2020

ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΑΕΤΟΥ

 

                                                      Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΑΕΤΟΥ

 Παρασκευή 10 Σεπτεμβρίου 1943, δύο διμοιρίες του 9ου συντάγματος, αποτελούμενες από 80-90 αντάρτες, ερχόμενες από το Δυρράχι, έφτασαν στον Αετό με αρχηγό τον Ναπολέοντα Παπαγιαννόπουλο, από το Ψάρι.  Ο σύνδεσμος των ανταρτών τους ειδοποιεί, ότι έρχονται περίπου 14 Γερμανοί με ποδήλατα στον Αετό. Η εμπλοκή και μάχη με τη μικρή ομάδα Γερμανών στρα­τιωτών έγινε μέσα στον Αετό και έξω του Αετού, προς το χωριό Μαλίκι (Πολυθέα). Υποστηρίζεται από Μαλικαίους ότι η σύγκρουση είχε συνέχεια και μέσα στο Μαλίκι. Τούτο επιβεβαιώνε­ται και από τον επικεφαλής Διμοιρίας, που έλαβε μέρος στη συμπλοκή στο Μαλίκι.

Οι αντάρτες ξεκίνησαν από το Δυρράχι της Αρκαδίας στις 9 Σεπτεμ­βρίου, ημέρα Πέμπτη, με κατεύθυνση την Τριφυλία. Κατά την πορεία τους πληροφορήθηκαν τα της συνθηκολογή­σεως της Ιταλίας και πήραν την από­φαση να κατέβουν στην Πεδινή Τριφυ­λία, στα Αστικά Κέντρα (Κυπαρισσία, Φιλιατρά, Γαργαλιάνους, Πύλο), για να αφοπλίσουν τους εκεί Ιταλούς, δυνάμεως 2.500 ανδρών, μα οι συ­γκρούσεις στον Αετό-Μαλίκι και στη θέση Πάστρα, έξω από το χωριό Πιτσά (Σιτοχώρι) και τα όσα επακόλούθησαν, στάθη­καν εμπόδια ώστε να μην πραγματο­ποιηθεί η απόφαση, έφθασαν στα αστι­κά κέντρα όταν οι Γερμανοί είχαν αφοπλίσει τους Ιταλούς.

 Στον Αετό οι αντάρτες έφθασαν, ύστερα από πορεία πολλών ωρών, μετά τα μεσάνυχτα. Παρέμειναν το πρωινό της Παρασκευής, έως να ετοι­μασθεί πρόχειρο φαγητό να φάνε και να φύγουν, όμως οι θερμές εκδηλώσεις των κατοίκων και ο ενθουσιασμός, ύστερα από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, προμήνυμα της λευτεριάς, που ήταν διάχυτος παντού, καθυστέρη­σαν την αναχώρηση τους. Η ομάδα των Γερμανών στρατιωτών, φθάνει στον Αετό για να ζητήσει να πάρει τρόφιμα από την Κοινότητα. Προερχόταν από το γερμανικό κινητό τάγμα του Δωρίου, το οποίο δεν είχε τακτική επιμελητεία και εξαναγκαζό­ταν να προμηθεύεται κατά διαστήματα τρόφιμα από τις Κοινότητες των γειτο­νικών του χωριών. Λέγεται ακόμα πως οι Γερμανοί, για να μην ενθαρρυνθούν οι Έλληνες από τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας, έκαναν επίδειξη δυνάμεως κινητοποιώντας μι­κρές στρατιωτικές τους ομάδες στα χωριά, απ' όπου περνούσαν αντάρτες. 

 Όταν οι αντάρτες έμαθαν ότι οι Γερμανοί έρχονταν προς τον Αετό, έκαναν σύσκεψη στο σπίτι του Παπαγιάννη. Στη σύσκεψη μετέχουν και οι τοπικοί αρχηγοί των ανταρτών για να αποφασιστεί, αν έπρεπε να χτυπηθούν οι Γερμανοί στο χωριό, για το φόβο των αντιποίνων. Ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος ήταν αντίθετος με το χτύπημα των Γερμανών και το αναφέρει στη σύσκεψη, στον Ναπολέοντα Παπαγιαννόπουλο, ο οποίος ήταν της άποψης ότι έπρεπε να τους χτυπήσουν. Εδώ οι πληροφορίες διίστανται, έχει ακουστεί ότι ο Παπαγιαννόπουλος ήταν της γνώμης ότι δεν έπρεπε να χτυπήσουν τους Γερμανούς και ότι οι ντόπιοι αντάρτες επέμεναν, ότι έπρεπε να χτυπηθούν. 

 Οι αντάρτες αποσύρονται προς το Μαλίκι, όπου σε σύσκεψη που έκαναν στη Μαλικαίϊκη βρύση, αποφασίζουν να χτυπήσουν τους Γερμανούς και καταστρώνουν το σχέδιο. Οι Γερμανοί είχαν μπει σε μια ταβέρνα του χωριού. Διατάχτηκε μια ομάδα ελασίτες με ομαδάρχη τον Αετοβουναίο λοχία, Πάνο Καζάντζα, να μπλοκάρει και να εξοντώσει τους Γερμανούς μέσα στην ταβέρνα. Τα αλλά τμήματα κινήθηκαν να πιάσουν θέσεις στις άκρες του χωριού και κατά μή­κος του κεντρικού δρόμου.

Μα οι Γερμανοί, ώσπου να φθάσει ο Καζάντζας, είχαν αφήσει την τα­βέρνα. Μια ομάδα τους προχώρησε προς το Μαλίκι και οι άλλοι έμειναν στον Αετό. Η εμπλοκή των ανταρτών με τους Γερμανούς έγινε στο σπίτι του Καζάντζα (Περιστέρως) με τον Πανάγο Καζάντζα να αρχίζει την μάχη με το περίστροφο, καθότι το αυτόματό του έπαθε εμπλοκή. Κατ’ άλλους ο Πανάγος είχε αργοπορήσει  στο σπίτι του και ενώ οι αντάρτες έφευγαν από το χωριό, έπεσε ξαφνικά μπροστά στους Γερμανούς και αναπόφευκτα άρχισε η σύγκρουση. Αυτή είναι η εκδοχή του τυχαίου της εμπλοκής, που δεν έχει δόση αληθείας, αφού η μάχη με τους Γερμανούς, είχε ήδη αποφασιστεί. 

Στη σύγκρουση οι αντάρτες δεν είχαν καμία απώλεια. Οι Γερμανοί μέτρησαν στο παθητικό τους 3 νεκρούς, 2 τραυματίες και 7 αιχμαλώτους, ενώ 2 πρόφθασαν να φύγουν. Οι 7 με τον επι­κεφαλής τους υπολοχαγό, που πιάστηκαν αιχμάλωτοι, μεταφέρθηκαν στο χω­ριό Σελά με τον οπλισμό τους και τα ποδήλατα, με τα οποία είχαν ανέβει στον Αετό.

 Οι Γερμανοί κατακτητές, όπως συ­νέβαινε σε παρόμοια περιστατικά, σε ολόκληρη την Ελλάδα το 1943,  ε­φάρμοσαν  σκληρά  και  απάνθρωπα αντίποινα σε βάρος των αόπλων κατοί­κων του Αετού. 

Έντεκα Σεπτεμβρίου, ημέρα Σάββατο 1943 «Μαύρη μέρα ξημέρωσε, κάλλιο μην είχε φέξει»

 Αυτό το στίχο χρησιμοποιεί πολλές φορές, σαν πρελούντιο (προανάκρου­σμα) μουσικής συμφωνίας πένθιμης στα τραγούδια της η λαϊκή μούσα, όταν προσπαθεί να διεκτραγωδήσει το μέγε­θος της συμφοράς. Στις 11 Σεπτέμβρη ημέρα Σάββατο και ώρα 7π.μ. τέσσερις Γερμανικές πυροβολαρχίες ,δύο από το Σανοβά μία από το Δώριο και μία από τις Ράχες κανονιοβολούν τον Αετό, χωρίς ανταπόδοση. Επί πλέον, ένα Γερμανικό σύνταγμα ,συνοδευόμενο από οκτώ άρματα μάχης, μετά το κανονιοβολισμό καταφθάνει στον Αετό, σε παράταξη μάχης. και με τη χρήση εύφλεκτης σκόνης βάζει φωτιά και κατακαίει όλα σχεδόν τα σπίτια του χωριού. Οι κάτοικοι άοπλοι, απροστάτευτοι, άυπνοι, νηστικοί και ρημαγμένοι, ασθμαίνοντας παίρνουν πανικόβλητοι το δρόμο για τα βουνά και τα διπλανά χωριά. Μερικοί υπερήλικες, αδύνα­μοι να τρέξουν, παρέμειναν στα σπίτια, για να βρουν λίγο αργότερα μαρτυρικό θάνατο από τους εξαγριωμένους Γερ­μανούς στρατιώτες.
Όσοι από τους αμάχους δεν πρόλαβαν να διαφύγουν (κυρίως γυναίκες με μικρά παιδιά), οι Γερμανοί τους συγκέντρωσαν έξω από το δημοτικό σχολείο  σκοπεύοντάς τους με οπλοπολυβόλα. Άρχισαν τις ανακρίσεις για την ανεύρεση των σωρών των σκοτωμένων Γερμανών.

Το πεζικό επιδί­δεται σε λεηλασίες, αφανισμούς, ουρ­λιάζει, κλωτσοπατεί, χτυπά αλύπητα, με υποκόπανους, όσους βρίσκει μπρο­στά του, βασανίζει απάνθρωπα, σκο­τώνει. Εφτά μεγάλα φορτηγά αυτοκί­νητα υπερφορτώνονται με λάφυρα και ξεφορτώνονται στο Δώριο, για να σταλούν στη Γερμανία σαν λάφυρα πολέμου. Αρπάζονται μεταφορικά ζώα, και ζώα σφαγής. Λέγεται ότι ελεηλάτησαν και το Μαλίκι. Εξειδικευμένες και οργανωμένες για εμπρη­σμούς ομάδες, μετά τη λεηλασία των σπιτιών, εκσφενδόνιζαν με ειδικά πιστόλια στο εσωτερικό κάθε σπιτιού μια άσπρη εύφλεκτη σκόνη, την πυροβολούσαν, έπαιρνε φωτιά και ολόκληρο το σπίτι γινόταν παρανάλωμα. Σπίτια, καταστή­ματα, δημόσια γραφεία, σχολεία, εκτός των εκκλησιών και μικρού αριθμού σπιτιών, γύρω από τα σπίτια, όπου βρήκαν περίθαλψη οι τραυματισμένοι Γερμανοί στρατιώτες, έγιναν στάχτη. Το χωριό που πριν λίγες ημέρες έσφυζε από ζωή, εκεί όπου κυλούσαν τα γάργαρα νερά και γλυκοκελαϊδούσαν τα πουλιά, εκεί όπου φυσούσε απαλά το δροσερό αεράκι γεμίζοντας την ατμόσφαιρα από αρώματα βασιλικού, μόσκου, γαρυφαλλιάς και τσετσεκιάς (καντιφέ) και την ψυχή από τη γλυκιά της λευτεριάς ελπίδα, είχε μέσα σε μια ημέρα μεταβληθεί σε κολαστήριο του Δάντη. 

Σκοτώθηκαν εκείνη τη φοβερή ημέρα οι κάτοικοι Αετού: 1) Θεόδωρος Καζάντζας (Κοκώνης) του Κωνσταντίνου, Ει­σπράκτορας του Δημοσίου Ταμείου Τριφυλίας. 2) Μήτρος Ρέμπελος (Μητρογληγόρης) του Γρηγορίου. Με τις διόπτρες τους είδαν να κινούνται και τους έρριξαν με πυροβόλο όπλο. Και τι τραγική ειρωνία της τύχης!... Ο Θεόδωρος Καζάντζας την προηγούμενη ημέρα προσέφερε τις πρώτες βοήθειες στον ένα τραυματισμένο Γερμανό στρατιώτη, χρησιμοποιώντας υγειονομικό υλικό, που είχε παραλάβει από ειδική αγγλική ρίψη πριν λίγους μήνες, ο τραυματισμένος ανεψιός του Παναγιώτης Καζάντζας. 3) Αλέξιος Γκότσης (Προκόπης) του Δημητρίου. Τον σκότωσαν μπρος στα μάτια της αδελφής του, που απ' εκείνη τη στιγμή έχασε τη μνήμη της από το ισχυρό σοκ. Διάτρητος από σφαίρες βρέθηκε έξω από την ανατολική πόρτα του πατρικού του σπιτιού, που το έκαψαν. Ο πιστός του σκύλος φύλαξε το νεκρό ουρλιάζοντας μέχρι της ταφής του. 4) Κωνσταντίνος Χαϊμανάς (Γυφτογεώργακας) του Γεωργίου. Τον σκότωσαν κι αυτόν εν ψυχρώ. Ήταν κεντημένος κυριολεκτικά από σφαίρες.

«Χωρίς λιβάνι και παπά, χωρίς παπά και ψάλτη» μέσα σε θρήνους και κοπετούς έθαψαν οι δικοί τους, τους  δύο τελευταίους στους κήπους των σπιτιών τους και τους δύο πρώτους μερικές γυναίκες στο κοιμητήρι του Αετού...

Τι φρίκη!... Ως και γέροντες μες στη φωτιά πέταξαν,

απάνθρωπα, τους κλώτσαγαν και σαν δαδιά τους κάψαν!

Έκαψαν ζωντανούς τους:

1.   Γεώργιο  Γεωργιλά του  Θεοδώρου.  2.  τον τυφλό

Κωνσταντίνο Γκότση (Κόρο) του Πανάγου και 3. τον Γεώργιο Χαϊμανά (Γιωρηγιαννή) του Ιωάννου, πρωτοξάδερφο του προηγουμένου Χαϊμανά.

Από τα διπλανά χωριά την ίδια ημέρα ή την επομένη εκτελέστηκαν οι: Μιχάληςς Αποστολόπουλος από κοπανάκι 1944, Βασιλική Βόγγα 1944, Γιαννούλα Δημητροπούλου, Αικατερίνη Ζιάννη, Κωνσταντίνος Κατσιάρας, Νικόλαος Μανωλόπουλος από Σαρακηνάδα, Μήτρος Πετρόπουλος και στο Δώριο εκτελέστηκε ο Γρηγόρης Παναγιωτόπουλος του Γεωργίου από Σελά.

Μέσα από το έρεβος της βαρβαρότητας, του πρωτογο­νισμού και της φρίκης ξεπροβάλλουν σαν αστέρια πρώτου μεγέθους, οι ακόλουθες ανθρωπιστικές πράξεις Αυστριακών και Πολωνών στρατιωτών -που είχαν λάβει μέρος θέλοντας, ίσως και μη θέλοντας, στις μακάβριες επιχειρήσεις- για να φωτίσουν με το ολόλαμπρο της ανθρωπιάς φως, να γλυκά­νουν και διδάξουν σαν παραδείγματα τους όπου γης λαούς ότι και στις πιο ακραίες περιπτώσεις πρέπει να πρυτανεύει και να επικρατεί το ανθρωπιστικό στοιχείο:

1.  Πολωνοί στρατιώτες έσωσαν από τη φωτιά τη γερό­ντισσα Γεωργία Αναστασίου Κωτσιοπούλου  (Μπούντου). Έβαλαν φωτιά στο υπόγειο του σπιτιού της, μα δεν την άφησαν  να  καεί,  κρατώντας  την  απαλά  στα  χέρια  την έβγαλαν έξω και την τοποθέτησαν κάτω από αμυγδαλιές.

2. Η Μαράϊδω Δημητρίου Λώλα, όταν ομάδα Αυστριακών και Πολωνών  στρατιωτών  έβαλε  φωτιά  στο  σπίτι  της, προσπάθησε  να  τη   σβήσει,   εκείνοι την  είδαν,   δεν  την εμπόδισαν, δεν την πείραξαν, αδιαφόρησαν κι έφυγαν χωρίς να ξαναγυρίσουν.  Έτσι έσωσε το σπίτι της από βέβαιη πυρκαϊά.

3.   Η   Ελένη   Σπύρου   Γεωργακοπούλου, στην ηλικία της εφηβείας, κοπέλλα κρυμμένη πίσω από θάμνους στην τοποθεσία «Κάμπος», όταν ανακάλυψαν στρατιώτες με γερμανική στολή το κρησφύγετο της, έτρεμε σαν  το  πληγωμένο  σπουργίτι  στη   βαρεία  παγωνιά  και ξεφώνιζε από απελπισία... Οι στρατιώτες προσπάθησαν να την καθησυχάσουν με παντομίμα και, μισοσπασμένα ελληνι­κά:

«Είμαστε αδέρφια, αουστρί σολντάς (στρατιώτες Αυ­στριακοί), μη φοβάστε», της έλεγαν, την πήραν και την οδήγησαν στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, που είχε μεταβληθεί σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως.

4. Μερικοί Αυστριακοί στρατιώτες, από διηγήσεις, τη Ηλέκτρας Γκότση –που πρόωρα έφυγε για το αγύριστο ταξίδι- μιλούσαν γαλλικά. Άκουσε έναν τραυ­ματισμένο που περιέθαλπαν  να λέγει κλαίγοντας στη γαλλική γλώσσα: «Κάνετε μου τη χάρη, ένα γιατρό σας παρακαλώ. Υποφέρω, πονώ. Επικαλούμαι τα ανθρωπιστικά σας αισθήματα. Είμαστε αδέλφια, παιδιά του ίδιου πατέρα του Θεού. Ο πόλεμος μας χωρίζει. Είμαι από την Αυστρία. Αχ, τι έκανες Χίτλερ με τον πόλεμο! Λα γκυέρ, Λα γκυέρ» = ο πόλεμος, ο πόλεμος». Η Ηλέκτρα μετέφραζε στις παριστάμενες γυναίκες τα λόγια του και εδάκρυζαν. Στο πρόσωπο του τραυματισμένου δεν έβλεπαν τον εχθρό, αλλά τον πάσχοντα συνάνθρωπο από την κακοδαιμονία του πολέμου. Η Νίτσα χήρα Δημητρίου Γεωργακοπούλου (Δράκου), η μητέρα της Ιφιγένειας Γκότση, η αδελφή της Ηλέκτρα, η Καλλιόπη Κ. Δρούτσα, η Ελένη Καζάντζα και άλλες προσπάθησαν όσο μπορούσαν να τον ανακουφίσουν λέγοντας στην ομήγυρη: «Τραυματίας και αιχμάλωτος πολέμου, είναι ιερός. Ας πάρουμε παράδειγμα από τον καλό Σαμαρείτη του Ευαγγελίου» και όλες συμφώ­νησαν. Σύμφωνα με αφηγήσεις γηραιότερων, η περίθαλψη αυτού του τραυματία, ήταν η αιτία να αφεθούν ελεύθερες από τους Γερμανούς, οι γυναίκες που ήταν συγκεντρωμένες στο Σχολείο και στο προαύλιο της Εκκλησίας.

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ

 Μετά από ένα τέτοιο τραγικό γεγονός, τα πράγματα δεν είναι ποτέ ίδια, όπως πριν. Όλοι, μικροί μεγάλοι, υπήρξαν θύματα εκείνης της ολέθριας καταστροφής. Έμειναν χωρίς ρούχα να φορέσουν και σκεπάσματα για να κοιμούνται, εν όψη του επερχόμενου χειμώνα. Μπροστά σε μικρολοφίσκους στάχτης και ερειπίων θρήνησαν οι Αετοβουναίοι, πικρά τα αθώα νεκρά θύματα, το χαμένο βίος τους και το αβέβαιο πλέον μέλλον, που διαγραφόταν ζοφερό.

Αρχίζει η δύσκολη περίοδος της έλλειψης των βασικών αγαθών για την επιβίωση. Όλες οι σοδειές από σιτηρά, όσπρια έχουν αρπαχτεί ή καταστραφεί. Ο Αετός πλέον έγινε ένα από τα λίγα χωριά που έζησε την πείνα και δεν διέφερε από τις πόλεις της Ελλάδας, που ξεκληρίζονταν από την πείνα. Θυμάμαι τα μεγαλύτερα αδέλφια μου να μου διηγούνται, πως μάζευαν τα ψίχουλα, αν έβρισκαν κάποιο κομμάτι ψωμιού.

Τα σπίτια στο 80% καμένα, χωρίς πάτωμα και στέγες ήταν αδύνατο να προσφέρουν θαλπωρή και ασφάλεια. Οι κάτοικοι άρχισαν να διασκορπίζονται σε ξώσπιτα και να προσπαθούν με τα πενιχρά μέσα που διέθεταν να επιδιορθώσουν ότι μπορούσαν, κάνοντας κάπως υποφερτές τις συνθήκες της διαβίωσής τους, με τις επιδημίες και τις αρρώστιες να καιροφυλακτούν.

 Η κρατική βοήθεια αμέσως μετά την απελευθέρωση ήταν τότε ανύπαρκτη. Ουσιαστικά μηδαμινή και απλώς συμβολική, ήταν και η βοήθεια του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Ο Ερυθρός Σταυρός έδωσε ένα σακί αλεύρι ,δέκα οκάδες όσπρια και μια οκά ζάχαρη σε κάθε οικογένεια.  Επιτροπή από χωρικούς επισκέφτηκε τον Άγγλο Ρήντ ,όπου ο Στάθης Πουλίτσης (Νεύρας) του είπε ότι εσείς μας δώσατε τη διαταγή να χτυπήσουμε και τώρα δεν μας βοηθάτε. Ο Ρήντ, αρχηγός της Διασυμμαχικής Αποστολής έδωσε διαταγή και δόθηκαν από μία λίρα και ένα αλεξίπτωτο για κάθε δύο οικογένειες . Αυτή ήταν όλη μα όλη η βοήθεια που δόθηκε τότε και φυσικά όχι άμεσα στους πρώτους μήνες που υπήρχε η μεγαλύτερη ανάγκη.

 Σε λίγα χρόνια ο Αετός χάνει τις διάφορες υπηρεσίες που τον είχαν για έδρα τους, με το δικαιολογητικό: «Δεν υπάρχουν στον Αετό οικήματα για να στεγασθούν». Έτσι έφυγαν, το Ειρηνοδικείο, το Αγρονομείο, το Συμβολαιογραφείο, το Ημιγυμνάσιο, και τελευταία τον Αστυνομικό Σταθμό.

 Εκείνη η αναπάντεχη, η μαύρη, η φρικιαστική περιπέτεια, έγινε ορόσημο οπισθοδρόμησης του Αετού και φράγμα αδιαπέραστο στην εξελικτική του πορεία. Άφησε πίσω της ένα χωριό μισό όπως θα δούμε παρακάτω, με τους κατοίκους να στρέφονται στην Ξενιτειά, στις μεγάλες πόλεις και ένα μεγάλο κομμάτι, 100 οικογενειών να μετοικεί στο γειτονικό Δώριο.

Έκανα μια σύντομη ιστορική αναδρομή, όχι ίσως ολοκληρωμένη, για να τιμήσουμε τη σεπτή μνήμη των αθώων νεκρών θυμάτων εκείνης της αποφράδας ημέρας, της 11ης Σεπτεμβρίου, ημέρας Σάββατο, του 1943, δίδοντας στη δημοσιότητα τα ονόματα τους και για να δώσουμε ακριβή ημέρα της συμπλοκής και της πυρκαϊάς του Αετού. Να διδαχθούμε από την ιστορία και να τιμήσουμε, όλους εκείνους που παρέμειναν στον Αετό, μεγάλωσαν τις φαμίλιες τους, με πενιχρά μέσα και παρέδωσαν στις νεώτερες γενιές, αυτό το χωριό που βλέπουμε σήμερα. Έναν Αετό όμορφο, αγαπημένο και γεμάτο ζωή, δυστυχώς όμως μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες.

 Το παρακάτω ποίημα είναι του ποιητή Δημήτρη Γεωργακόπουλου που περιγράφει τα συμβάντα της ημέρας εκείνης.

ΑΓΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΚΟΛΑΣΗ

Εχάραξ' ένα Σάββατο, μία μέρα μαυρισμένη

για την κωμόπολη τ' Αητού, βαρεία συγνεφιασμένη.

Ο ήλιος δεν εφάνηκεν ετούτη την ημέρα,

να ρίξει τις ακτίνες του, το φως του εκεί ττέρα.

Επίθεση ξαπέλυσαν κατακτητές βαρβάροι

να καταστρέψουν τον Αητό,   το   ωραίο μας καμάρι.

Κανόνια βάζουν από μακριά και άρματα συνάμα

μες στο χωριό απλώνεται μια πύρινη ανταύγεια.

Παντού φωνές κι αλαλαγμοί από κατοίκων χείλη, φεύγουνε,

 τρέχουν να κρυφτούν να μην τους δουν οι σκύλοι

Οβίδες σκάζουν πλάι τους, βροχή τα πολυβόλα πέφτουν

να τους σκοτώσουνε, λες κι είναι άγρια ζώα.

Και όλ' αυτά δε φτάνουνε στ' ανήμερα θηρία,

πιάνουν και βάνουνε φωτιά σε κάθε μια οικία.

Στήλες καπνού υψώθηκαν φωτιές παντού άναψαν

το βιός των μαύρων χωρικών δια μιας το κατακάψαν.

Δ. Λ. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΣ (Αετινός)

(Εμπνευσμένο και στιχουργημένο το απόγευμα της 11ης Σεπτεμβρίου 1943 κάτω από ένα θεόρατο δέντρο στο χωριό Χρύσοβα, αγναντεύοντας με πίκρα τις φλόγες και τους καπνούς του Αετού).

Ένα δεύτερο ποίημα γραμμένο από την Ιφιγένεια Γκότση, λαογράφο και ιστορική ερυνήτρια από τον Αετό.

  ΑΠΡΟΣΚΥΝΗΤΟΣ ΤΟΠΟΣ

Τρίζουν τα δέντρα, τα βουνά, βογγούν τα Κυπαρίσσια.

Σκούζουν τα μαύρα τα πουλιά και τα λουλούδια κλαίνε.

Τρέμει το ξωκκλήσι τ' Αϊ Λιά, θρηνεί το Αετοβούνι,

κι αυτός ο Κεφαλόβρυσος θόλωσε τα νερά του...

Κλαίνε παιδιά, βαρηόχηρες, γονείς για τα παιδιά τους.

Κλαίνε αδέρφια, συγγενείς, συγχωριανοί και φίλοι.

Κλαίει κι ο καθένας χωριστά για το καμένο βίος του.

 Κι από τον Άδη ακούστηκαν φωνές των πεθαμένων,

εκείνων που σκοτώθηκαν, κι εκείνων που κάηκαν:

- «Αητέ μας, υπερήφανε κι απροσκυνήτων τόπε,

σκληρά που σ' εβασάνισε η αγριάδα των πολέμων!...

Ετρίτωσες στην πυρκάιά μέσα σε δυο αιώνες!...

Μαύρη μαυρίλα πλάκωσε, τριγύρω νεκραμάρα!

Μη φοβηθείς, μη πτοηθείς και ρίξεις τα φτερά σου.

Πάτα γερά τα πόδια σου στων Πελασγών τα τείχη

κι όλο ψηλά ν' αγνάντευε μ' αγέρωχο το βλέμμα».

ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ Γ. ΓΚΟΤΣΗ

Πηγές: Αφηγήσεις κατοίκων Αετού

             Η φωνή του Αετού, εφημερίδα του Συλλόγου Αθηνών.

             Η Εθνική αντίσταση στην Μεσσηνία, Γρηγόρη Κριμπά. 

             Η Εθνική αντίσταση στην Τριφυλία, Παναγιώτης Κανελλόπουλος