ΤΑ
ΑΛΩΝΙΑ ΤΟΥ ΑΕΤΟΥ
Η θηλυκού
γένους Ομηρική λέξη ΄΄Άλως΄΄ που
χρησιμοποιείται αυτούσια μέχρι σήμερα,
τόσο στη μετεωρολογία,
για να ορίσει τον φωτεινό δακτύλιο που σχηματίζεται γύρω από την σελήνη η τον
ήλιο, όσο και στην ανατομία γιά να ορίσει
τον σκουρόχρωμο δακτύλιο που σχηματίζεται
γύρω από την θηλή- μετεξελίχθηκε σε
άλων-ωνος και το υποκοριστικό της σε
αλώνιον, κοινώς αλώνι.
Επομένως η λέξη
έχει βαθιές ρίζες. Τόσο βαθιές όσο και
η σημασία του πλακόστρωτου κυκλικού
χώρου για τη ζωή των ανθρώπων. Αφού από
την διαδικασία του αλωνίσματος
εξασφαλιζόταν το ψωμί τους και κατ'
επέκταση η επιβίωσή τους. Το αλώνι δεν
ήταν απλώς χώρος διαχωρισμού του καρπού
των σιτηρών από το περίβλημά τους, αλλά
παραγωγής ΄΄ γεννημάτων΄΄. Εκεί σ' αυτό
το πλακόστρωτο ΄΄μαιευτήριο΄΄ ο
σπόρος που ρίχτηκε στη γη πριν εννέα
μήνες θα ανακατευόταν με τον ιδρώτα
ανθρώπων και ζώων για να γίνει ''γέννημα΄΄
όπως προσφυώς ονόμαζαν την σοδειά τους
οι κάτοικοι του χωριού μας.
Το αλώνι ήταν
ένας επίπεδος κυκλικός χώρος με περιφέρεια
50-60 μέτρων του οποίου οι παρυφές (τα
χείλη) ήταν ελαφρώς ανυψωμένες. Ήταν
στρωμένο με πλάκες που δεν άφηναν στην
σύνδεσή τους κενά, για να μην χάνεται ο
καρπός. Ορισμένα αλώνια που δεν ήταν
πλακόστρωτα τα λέγανε χωματένια και τα
επίστρωναν με ΄΄ασβουνιά΄΄ δηλαδή με
λιωμένη γελαδοκοπριά. Σ΄αυτά όμως δεν
αλώνιζαν ποτέ στάρι, αλλά δημητριακά
που προορίζονταν για τροφή ζώων όπως
βρώμη,κριθάρι,λαθούρι κ.λ.π.
Ολομεσίς στο
αλώνι ήταν μπηγμένο και καλά στερεωμένο
στο έδαφος το στυγερό. Ένας κορμός από
κυπαρίσσι ύψους περίπου δύο μέτρων που
έδεναν το ένα άκρο της τριχιάς, ενώ το
άλλο κατέληγε σε ένα χοντρό κόμπο που
συνδεόταν με τη θηλιά της λαιμαργιάς του
αλόγου η τις θηλιές των εξωτερικών
αλόγων, όταν ήταν περισσότερα από ένα.
Έτσι καθώς έτρεχαν κυκλικά τα άλογα η
τριχιά τυλιγόταν στο στυγερό ώσπου να΄΄
κλείσουν΄΄δηλαδή να πλησιάσουν το
κέντρο. Τότε αυτός που γύριζε τα άλογα
τ' πιανε και τα έστρεφε στην αντίθετη
κατεύθυνση φωνάζοντας ''αλαχτο΄΄ η
''άϊντε κι' αλλιώς΄΄. Επαναλαμβανόμενη
ανά δεκάλεπτο αυτή η διαδικασία, πέρα
απ' τη λειτουργικότητα, ξεκούραζε και
το εξωτερικό άλογο που σε κάθε γυροβολιά
κάλυπτε μεγαλύτερη περίμετρο. Εκείνος
που γύριζε τα άλογα κρατούσε πάντα στο
χέρι του το καμουτσί ΄΄βίτσα΄΄για να
τα χτυπάει στα καπούλια , μα πιο πολύ το
έσκαγε στον αέρα , κάνοντας ΄΄τράκες΄΄ για να τα φοβίζει. Κι' ενώ οι τράκες απ'
το ΄΄καμουτσί'' έδιναν κι΄έπαιρναν,
ανακατεύονταν με τις διαπεραστική του
φωνή ''άπλω-άπλω'', δηλαδή απλώστε η με
κολακευτικά παινέματα, όπως '' άιντε
πουλιά μου και το κιόσαμε΄΄, δηλαδή
κοντεύουμε να το τελειώσουμε. Κάθε μία
περίπου ώρα τα άλογα σταματούσαν,για
να γυρίσουν τα στάχυα με τις καλαμιές
και να φέρνουν τα πάνω-κάτω. Η δουλειά
αυτή γινόταν με δεκριάνια, είδος περόνης
με τρία'' τσατάλια'' όταν ήταν φτιαγμένα
από ξύλο μουριάς και με τέσσερα όταν
ήταν σιδερένια.
Όταν τα άχερα
κοβόντουσαν και τα στάχυα δεν κρατούσαν πια καρπό άρχιζε το λίχνισμα. Μία φάση
της δουλειάς που γινόταν εύκολη όταν
φυσούσε αέρας και πολύ επίπονη όταν
επικρατούσε άπνοια. Γι΄ αυτό τα αλώνια
φρόντιζαν να τα φτιάχνουν σε μέρη που
τα ΄΄πιάνει΄΄ ο αέρας.Το λίχνισμα γινόταν
στην αρχή με δεκριάνια και στην συνέχεια
όταν είχαν φύγει τα πολλά άχερα, με
ειδικά ξύλινα φτυάρια που τα 'λεγαν
καρπολόγια. Τέλος τον καρπό που είχε
αποχωριστεί, τον έκαναν σωρό και τον
''λαγάνιζαν΄΄. Μ' ένα μικρό δέμα συνήθως
από ''αφάνες'' αφαιρούσαν από τα σιτηρά,
ότι είχε αναμιχτεί μ' αυτά , ώστε ο καρπός
να είναι απόλυτα καθαρός.
Στη συνέχεια
ο μεν καρπός έμπαινε σε σακιά και
μεταφερόταν στα αμπάρια, τα δε άχερο
σε ''χαράρια''(πλέγματα ράβδων δεμένων
με σχοινιά) και έμπαινε στο ''γράζι΄΄(αποθήκη
στο κατώι του σπιτιού) για να χρησιμοποιηθεί
σαν τροφή των μεγάλων ζώων το χειμώνα.
Πανηγύρι
χαράς το αλώνισμα τον Αλωνάρη(Ιούλιο) στα αλώνια του χωριού μας που πρέπει
να ξεπερνούσαν τα τριάντα, απ' τα οποία
τα πιο γνωστά ήταν.
Του Χριστόπουλου.
Του Μακαντάση. Του Μπολότη(Δρούτσα).
Του Πρέζα(Σταυρόπουλου). Του Ζάγου τ'
αλωνάκι και του Κλόπα που το χρη- σιμοποιούσαν για καλαμπόκια, και για
χορό τις επίσημες ημέρες και τις
γιορτές.Στη ράχη τ' αλώνια ήταν. Το
Καραϊσκέϊκο. Το Κατσιγιαννέϊκο.Του
Μπέη. Του Ντίπη (Καμπουκέϊκο). Του
Χάρδα.Του Γιαννακούλα. Το Αβνταλέϊκο.
Το Κατσινέϊκο. Του Αμπαράκη. Το Λοντέϊκο.
Του Κωτούλια. Του Παναγιώτη Λώλα.Του
Θανάση Γιόκα. Το Μητρακέϊκο στου Γκρόμπα.
Του Χατζημαλή στις Βάλες. Του Κουφωθύμιου
στις Βάλες. Το Γιωργιλέϊκο στο Λόπεσι.
Του Σπύρου Ρέμπελου στο Στουρνάρι. Του
Καγιάφα στα Ραγουλά.Του Σκαμπάνη στη
Λακαθέλα.Του Κουτσολιά. Του Μπακολιά.
Του Τσακίρη. Του Μαυρούδη. Του Ζεμπέκη.Του
Τίντηρη.
Γύρω απ' τα
αλώνια ένας μεγάλος χώρος προορίζονταν για να τοποθετούνται οι ''θημωνιές'',
φτιαγμένες σε κωνικό σχήμα από δεμάτια
σιτηρών. Τη σειρά του αλωνίσματος τηρούσε
ο ιδιοκτήτης του αλωνιού, με βάση τον
άγραφο νόμο της τοποθέτησης των θημωνιών
και κυρίως τον χρόνο της άφιξής τους.
Ας σημειωθεί ότι τα δεμάτια σταριού τα
έριχναν στο αλώνι όταν ο ήλιος είχε
σηκωθεί αρκετά, ενώ της βρώμης τις
μεταμεσονύχτιες ώρες ώστε να υπάρχει
δροσιά (λούρα) για να μην κοπεί η καλαμιά,
πριν χωρίσει ο καρπός από το περίβλημά
του. Εξάλλου τα άχερα της βρώμης ήθελαν
να είναι μακρύτερα, γιατί μ' αυτά
γέμιζαν και τα στρώματα του ύπνου
(αχεροστρώματα) και η μακριά καλαμιά
εξασφάλιζε ελαστικότητα και ομοιομορφία.
Πανηγύρι
κόπου αλλά και χαράς το αλώνισμα. Κόπου για ανθρώπους και ζώα, ιδιαίτερα για τα
άλογα τα οποία λόγω της σκόνης που
ανέπνεαν, πολλές φορές, και μάλιστα όταν
ήταν μεγάλης ηλικίας προσβάλλονταν
από άσθμα το λεγόμενο ''τεκνεφέσι''. Η
χαρά όμως, ιδιαίτερα όταν η σοδειά ήταν
καλή υπερίσχυε του κόπου. Γι' αυτό όταν
το στάρι μαζευόταν σ' ένα μεγάλο σωρό
και πριν σακιαστεί, χάραζαν επάνω του
ένα μεγάλο σταυρό για να είναι ευλογημένο
και έμπηγαν στην κορυφή του ένα φτυάρι,
σαν τρόπαιο για τον κόπο τους, ευχόμενοι
και του χρόνου. Την ώρα μάλιστα αυτή
ερχόταν στο αλώνι όλη η οικογένεια μαζί
με τον παππού και την γιαγιά για να
θαυμάσουν τον σωρό, όποιος δε περνούσε,
από εκεί, πίνοντας ένα ποτήρι κρασί
ευχόταν ''καλοφάγωτο'' και επιδοκιμάζοντας
έλεγε, πήγαν καλά τα ''γεννήματα φέτος''.
Σήμερα όσα
ελάχιστα αλώνια αν σώζονται και δεν
έγιναν χωράφια , μένουν αμίλητα,
χορταριασμένα και χωρίς στυγερό, για
να θυμίζουν στους παλαιότερους τα
παιχνίδια και τις τούμπες στα άχερα,
όπως και το γύρισμα των αλόγων. Τώρα πια
το ''γέννημα'' βγαίνει σακιασμένο από
την αλωνιστική μηχανή. Βλέπετε τα
πράγματα απλοποιήθηκαν και η τεχνολογία
προχώρησε. Εξάλλου κανένας δεν σπέρνει
πλέον στο χωριό, οι νερόμυλοι καταργήθηκαν
αφού κανένας δεν πάει για άλεσμα στο
μύλο, κανένας δεν ζυμώνει αφού το ψωμί το παίρνουμε έτοιμο, και το λίγο σιτάρι
που χρειαζόμαστε για τα κόλλυβα, το
αγοράζουμε κι' αυτό.
Το
παρόν πρωτοδημοσιεύθηκε στη ΦΩΝΗ ΤΟΥ
ΑΕΤΟΥ το 2001 φύλλο 58 με τις πληροφορίες
και τη βοήθεια του αείμνηστου τέως
προέδρου της κοινότητας ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ
ΦΡΕΝΤΖΑ.