ΑΕΤΟΣ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ: ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ-ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ από τους Παναγιώτη Καραϊσκο - Ναπολέοντα Γκότση
Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012
Η Ιστορία του Ισθμού της Κορίνθου
Από μαρτυρίες αρχαίων συγγραφέων προκύπτει ότι ο Περίανδρος ήταν ο πρώτος που σκέφθηκε και τη διάνοιξη του Ισθμού, γύρω στο 602 π.Χ. Γρήγορα, όμως, εγκατέλειψε το σχέδιο του, από το φόβο ότι θα προκαλούσε την οργή των Θεών, έπειτα από το χρησμό της Πυθίας που έλεγε: «Ισθμόν δε μη πυργούτε μήδ' ορύσσετε. Ζευς γαρ έθηκε νήσον η κ' εβούλετο». Το πιθανότερο είναι ότι ο χρησμός προκλήθηκε από τους ιερείς των διαφόρων ναών, που φοβήθηκαν ότι διανοίγοντας τον Ισθμό θα έχαναν τα πλούσια δώρα και αφιερώματα των εμπόρων, που δεν θα είχαν πια λόγο να μένουν στην Κόρινθο.
Ο βασικός, όμως, λόγος που ανάγκασε τον Περίανδρο να εγκαταλείψει το σχέδιό του δεν ήταν η θεϊκή οργή αυτή καθαυτή, αλλά οι τεράστιες τεχνικές δυσκολίες εκτέλεσης του έργου και τα οικονομικά συμφέροντα της Κορίνθου, που επιθυμούσε να διατηρήσει την προνομιούχο θέση της ως «κλειδούχος» του διαμετακομιστικού εμπορίου της Μεσογείου. Άλλωστε, η συνέχιση του «περάσματος» των πλοίων δια της «διόλκου» δεν παρουσίαζε ιδιαίτερα προβλήματα στην Κόρινθο, διότι τα τότε πλοία ήταν μικρών διαστάσεων (τριήρεις) και η μυϊκή δύναμη των δούλων και των ζώων ήταν επαρκής για το σκοπό αυτό.
Φωτογραφία από την διάνοιξη της διώρυγας το 1886
Τρεις
αιώνες αργότερα, το 307 π.Χ., ο Δημήτριος ο Πολιορκητής επιχείρησε να
θέσει σ' εφαρμογή το ίδιο σχέδιο, αλλά εγκατέλειψε την ιδέα, όταν οι
Αιγύπτιοι Μηχανικοί που έφερε γι' αυτό το σκοπό τον διαβεβαίωσαν ότι η
διαφορά της στάθμης του Κορινθιακού από τον Σαρωνικό ήταν τέτοια που με
την τομή του Ισθμού τα νερά του Κορινθιακού που θα χύνονταν στον
Σαρωνικό θα τον πλημμύριζαν, με συνέπεια την καταπόντιση της Αίγινας και
των γειτονικών νησιών και ακτών.Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, ο Ιούλιος Καίσαρ το 44 π.Χ. και ο Καλιγούλας το 37 π.Χ. έκαναν ανάλογα σχέδια, τα οποία όμως εγκαταλείφθηκαν για
πολιτικούς και στρατιωτικούς λόγους. Στα σχέδια αυτά βασίσθηκε ο
Νέρωνας, όταν αποφάσισε το 66 μ.Χ. να πραγματοποιήσει το έργο. Οι
εργασίες άρχισαν το 67 μ.Χ. και από τις δυο άκρες (Κορινθιακό –
Σαρωνικό), και χρησιμοποιήθηκαν τότε χιλιάδες εργάτες. Την έναρξη των
εργασιών έκανε ο ίδιος ο αυτοκράτορας, στις 28 Νοεμβρίου, δίδοντας το πρώτο χτύπημα στη γη του Ισθμού με χρυσή αξίνα.Οι εργασίες εκσκαφής είχαν προχωρήσει σε μήκος 3.300 μ., σταμάτησαν όμως, όταν ο Νέρωνας αναγκάστηκε να γυρίσει στη Ρώμη για να αντιμετωπίσει την εξέγερση του στρατηγού Γάλβα. Τελικά, με το θάνατο του Νέρωνα -που συνέβη λίγο μετά την επιστροφή του- το έργο εγκαταλείφθηκε. Το πόσο σοβαρή και μελετημένη ήταν η προσπάθειά του αποδεικνύεται κι από το γεγονός ότι κατά την οριστική διάνοιξη της διώρυγας, στους νεότερους χρόνους, βρέθηκαν 26 δοκιμαστικά πηγάδια βάθους 10 μέτρων το καθένα και διάφοροι τάφροι της εποχής του.
Ο επόμενος που επιχείρησε να διανοίξει τη διώρυγα ήταν ο Ηρώδης ο Αττικός, αλλά οι προσπάθειες του σταμάτησαν σχεδόν αμέσως, όπως και αυτές των Βυζαντινών που ακολούθησαν. Αιώνες αργότερα, οι Ενετοί προσπάθησαν να διανοίξουν τον ισθμό ξεκινώντας, αυτή τη φορά, τις εκσκαφές από τον Κορινθιακό. Οι μεγάλες, όμως, δυσκολίες που συνάντησαν οδήγησαν και πάλι στη διακοπή των εργασιών.
Φωτογραφία ο Ισθμός της Κορίνθου το 1907
Το
τέλος της οθωμανικής κυριαρχίας βρήκε την Ελλάδα στο κατώφλι της
βιομηχανικής εποχής. Οι συνθήκες ήταν πιο ευνοϊκές και ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας,
προβλέποντας τη μεγάλη σημασία που θα είχε γενικότερα για την ανάπτυξη
της χώρας η κατασκευή της διώρυγας, ανέθεσε τη σχετική μελέτη σε ειδικό
μηχανικό. Το κονδύλι, όμως, των 40 εκατομμυρίων χρυσών φράγκων που
κρίθηκε αναγκαίο σύμφωνα με τον προϋπολογισμό δαπάνης για την εκτέλεση
του έργου, δεν μπορούσε να εξευρεθεί από τη διεθνή χρηματαγορά, πολύ
περισσότερο δε να διατεθεί από τον ελληνικό προϋπολογισμό. Έτσι, η
προσπάθεια του κυβερνήτη εγκαταλείφθηκε.Με τη Βιομηχανική
Επανάσταση του 19ου αιώνα, η τεχνολογική εξέλιξη επέτρεψε την υλοποίηση
της πανάρχαιας ιδέας διόρυξης του Ισθμού. Η πραγματοποίηση του έργου
κρίθηκε αναγκαία από τη μελέτη των συνθηκών του διεθνούς εμπορίου και
της ναυτιλίας στη Μεσόγειο. Έτσι, άρχισε η προσπάθεια εξεύρεσης
κεφαλαίων από τη διεθνή χρηματαγορά. Η δια του Ισθμού οδός παρείχε δυο
σημαντικά πλεονεκτήματα στη διεθνή ναυτιλία και κατ' επέκταση στο
διεθνές εμπόριο: Ασφάλεια και Οικονομία. Η παράκαμψη των επικίνδυνων
ακρωτηρίων Κάβο Μαλέα και Κάβο Ματαπά δεν θα μείωνε μόνο τους κινδύνους
από ναυτικά ατυχήματα, αλλά και το κόστος μεταφοράς (ασφάλιστρα,
καύσιμα, χρόνος).Μετά τη διάνοιξη της Διώριγας του Σουέζ, η Κυβέρνηση Ζαΐμη έλαβε την απόφαση τομής του Ισθμού και το Νοέμβριο του 1869 ψήφισε το νόμο της «περί διορύξεως του Ισθμού της Κορίνθου». Με το νόμο αυτό είχε δικαίωμα να παραχωρήσει σε εταιρεία ή ιδιώτη το προνόμιο κατασκευής και εκμετάλλευσης της Διώρυγας. Το ελληνικό δημόσιο κατακύρωσε το έργο το 1881 στον στρατηγό Στέφανο Τύρρ, μαζί με το προνόμιο εκμετάλλευσης της διώρυγας για 99 χρόνια.
Φωτογραφία Τα εγκαίνια του Ισθμού της Κορίνθου
Οι εργασίες διάνοιξης ξεκίνησαν στις 23 Απριλίου
1882. Η μελέτη του έργου έγινε από τον Ούγγρο Β. Gerfer, αρχιμηχανικό
της διώρυγας Φραγκίσκου στην Ουγγαρία, και ελέγχθηκε από τον μηχανικό
Daujats, αρχιμηχανικό της διώρυγας του Σουέζ. Για την τελική κατάληξη
έγιναν μελέτες τριών χαράξεων. Ως η πιο σωστή και οικονομική, προκρίθηκε
η χάραξη που είχε εφαρμόσει ο Νέρωνας. Υστερα, όμως, από 8 χρόνια, η
εταιρεία αυτή διέκοψε τις εργασίες της -εξαιτίας της εξάντλησης όλων των
κεφαλαίων της- και τελικά διαλύθηκε.Τη συνέχιση του έργου
ανέλαβε ελληνική εταιρεία με την επωνυμία «Εταιρεία της Διώρυγας της
Κορίνθου» υπό τον Ανδρέα Συγγρό, που ανέθεσε την εκτέλεση των εργασιών
στην εργοληπτική εταιρεία του Α. Μάτσα, η οποία και αποπεράτωσε το έργο.
Αυτό το οικονομικό τόλμημα, αυτός ο τεχνικός άθλος, με τη χρησιμοποίηση
2.500 εργατών και των τελειότερων μηχανικών μέσων της εποχής,
ολοκληρώθηκε μετά 11 χρόνια. Τα εγκαίνια έγιναν με ιδιαίτερη
μεγαλοπρέπεια στις 25 Ιουλίου 1893, από το πρωθυπουργό Σωτήριο Σωτηρόπουλο.Η διώρυγα κόβει σε ευθεία γραμμή τον Ισθμό της Κορίνθου σε μήκος 6.346 μ. Το πλάτος της στην επιφάνεια της θάλασσας είναι 24,6 μ. και στο βυθό της 21,3 μ., ενώ το βάθος της κυμαίνεται μεταξύ 7,50 έως 8 μ. Ο συνολικός όγκος των χωμάτων που εξορύχτηκαν για την κατασκευή της έφθασε τα 12 εκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Η γεωλογική σύσταση των πρανών της Διώρυγας είναι ανομοιόμορφη, με ποικιλία γεωλογικής συστάσεως εδαφών. Μία ιδιομορφία, που κατά καιρούς είχε ως συνέπεια την κατάπτωση μεγάλων χωμάτινων όγκων και κατά συνέπεια το κλείσιμο του καναλιού. Συνολικά, από την έναρξη λειτουργίας της έως το 1940, η Διώρυγα παρέμεινε κλειστή για διάστημα τεσσάρων χρόνων. Μεγάλη διακοπή της λειτουργίας της έγινε και το 1944, όταν οι Γερμανοί, κατά την αποχώρησή τους, ανατίναξαν τα πρανή, προκαλώντας την κατάπτωση 60.000 κυβικών μέτρων χωμάτων. Οι εργασίες εκφράξεως διήρκεσαν πέντε χρόνια (1944-1949).
Σήμερα, η Διώρυγα της Κορίνθου αποτελεί διεθνή κόμβο θαλάσσιων συγκοινωνιών και εξυπηρετεί περί τα 12.000 πλοία ετησίως, όλων των εθνικοτήτων.
Διαβάστε περισσότερα: http://www.sansimera.gr/articles/115#ixzz27gT6rfgd
Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012
Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2012
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΑΕΤΟΥ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ
Στην ασπρόμαυρη φωτογραφία φαίνεται μέρος από τα Πελασγικά τείχη Αρχαιολογικά
Ο Αετός κτισμένος στους πρόποδες της Πύλας ταξιδεύει στους αιώνες, αφήνοντας ορατά ίχνη δόξας και ιστορίας. Θα ήταν παράλειψη αν όλα όσα έχουν συμβεί και γραφεί για τον Αετό δεν τα κωδικοποιήσουμε και τα βάλουμε στη σωστή χρονολογική τους σειρά.
Η περιοχή του Αετού, όπως και ολόκληρη η Μεσσηνία έχει για αρχαιότερους κατοίκους τους Πελασγούς. Αργότερα αυτό το Ινδοευρωπαϊκό φύλο μετονομάζεται και χωρίζεται σε δύο κλάδους ,τους Παρωρεάτες (Ορεινή Τριφυλία) και σε Καύκωνες(Πεδινή Τριφυλία). Είναι αναμφισβήτητο ότι στη θέση του Αετού υπήρχε αρχαίο πόλισμα και μάλιστα κατά την Προϊστορική εποχή. Τούτο μαρτυριέται από τα σωζόμενα μέχρι σήμερα, στο κάτω μέρος του χωριού Κυκλώπεια Πελασγικά τείχη, υστεροελλαδικής εποχής (1580—1120 π.χ), μήκους 1000 μέτρων περίπου, που έφερε στο φως το 1883 ο Γ. Χριστόπουλος, στη θέση Αγριλιές. Κοντά στα τείχη έχουν βρεθεί κατά καιρούς όστρακα λίθινης εποχής (λίθινα πιθανώς κουμπιά) και άφθονα αρχαία και νεωτέρων χρόνων είδη κεραμικής (πήλινα αγγεία κλπ.). Επίσης βρέθηκαν μαρμάρινο αγαλματίδιο με παράσταση γυμνού εφήβου ,καθώς και ακέφαλο ακρωτηριασμένο μαρμάρινο άγαλμα γυναικός με πολύπτυχο χιτώνα. Βρέθηκε κορμί άνδρα από λευκό μάρμαρο κι’ διάφορα εργαλεία λίθινα.
Ο Γεώργιος Α. Γκότσης, από σχετική, πολύ κατατοπιστική μελέτη από την οποία παίρνουμε τις παραπάνω πληροφορίες, προσθέτει: «Εντός δε του Ναϊδρίου της Θεοτόκου υπάρχουν (εκτός των Αγιογραφιών βυζαντινής τέχνης) και τρεις σπόνδυ-λοι κιόνων εκ λευκού μαρμάρου αρχαιότατης εποχής».
Στην ευρύτερη περιφέρεια κάτω από το χωριό Μάλθη (Μποντιά), ανατολικότερα του χωριού Κόκλα, ο Σουηδός αρχαιολόγος ΝΑΤΑΝ VΑLΜΙΝ την περίοδο 1927-1934 άνοιξε τους δύο βασιλικούς τάφους, στη σημερινή Θέση Πούσια, σε κοντινή απόσταση από τα Πελασγικά τείχη. Και οι δύο τάφοι είναι της ίδιας τεχνικής με τους τάφους των Μυκηνών των βασιλέων των Ατρειδών, Αγαμέμνονα κλπ. Τα ευρεθέντα ολίγα αντικείμενα (Αφού οι τάφοι βρέθηκαν συλημένοι) περισυλλέγησαν και τακτοποιήθηκαν κατ’ αρχάς στο Μουσείο που ιδρύθηκε στο χωριό Βασιλικό. Αργότερα μεταφέρθηκαν στα μουσεία της Καλαμάτας ,Αθήνας και Χώρας αφού καταργήθηκε αυτό του Βασιλικού στα τέλη του 1970. Σε τοποθεσία πάνω από τους τάφους βρέθηκε και η Ακρόπολη της τότε Πόλεως. Υποστηρίζεται ότι ή μεγάλη πόλη της περιφέρειας πρέπει να βρισκόταν λόγω θέσεως και ύπαρξης άφθονου νερού στη θέση του Αετού και ότι προάστια τούτης υπήρχαν γύρω πολλά.
Εκεί δε κοντά βρισκόταν και τα αρχαίο Δώριο, μία από τις πολυπληθέστερες πόλεις της εποχής εκείνης. Ο Όμηρος γράφει ότι στη περιοχή βασίλευε ο Νέστωρ της Πύλου (ένθα αί Μούσαι τύφλωσαν τον θράκα Θάμυριν ερχόμενο από τον Οιχαλέα Εύρυτον και ξενιζόμενον υπό των Δωριέων, θελήσαντα να παραβληθεί μετ' αυτών εις την Μουσική) Μετάφραση: Εδώ οι μούσες τύφλωσαν τον Θρακιώτη Θάμυρη που ερχόταν από την Οιχαλία και φιλοξενούμενο από τους Δωριέους, επειδή θέλησε να συναγωνιστεί μαζί τους στη μουσική.
Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει στα Μεσσηνιακά του τα ερείπια του αρχαίου Δωρίου ως εξής: όσο προχωρούμε από Ανδανία προς την πόλη της Κυπαρισσίας είναι η λεγόμενη Πολίχνη και κυλούν τα νερά τους ο ποταμός Ηλέκτρα και ο Κοίος …. Όταν περάσουμε την Ηλέκτρα συναντάμε μια πηγή που λέγεται Αχαΐα και τα ερείπια μιας πόλεως του Δωρίου. Η σημερινή τοποθέτηση των πηγών και των ποταμών δεν δύναται εύκολα να γίνει. Υποστηρίχθηκε από κάποιους πως η πηγή Αχαΐα είναι ο Κεφαλάρης του Αετού, επειδή ο Παυσανίας αναφέρει την Αχαΐα χωριστά από την Ηλέκτρα και τον Κοίο που εκβάλουν στον Μεσσηνιακό κόλπο και ότι η Αχαϊα αντιθέτως εκβάλλει στον Κυπαρισσιακό κόλπο. Η μοναδική δε πηγή της περιοχής που τα νερά της τρέχουν προς την Κυπαρισσία είναι αυτή του Αετού. Αναφορές τέτοιες έχουν κάνει ο Γυμνασιάρχης Γ. Παπανδρέου, Πύργος 1895, και διάφορες εγκυκλοπαίδειες ,όπως η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη. Με τις ανασκαφές δε του ΝΑΤΑΝ VΑLΜΙΝ και την αποκάλυψη της Ακρόπολης του Αρχαίου Δωρίου στο Λόφο της Μάλθης δικαιολογείται ο ισχυρισμός ότι η κυρίως πόλη δεν μπορεί να ευρίσκετο σε άλλη έκταση, παρά την προς Αετού την Νοτιοδυτική, στεγνή και εύφορη, που παρείχε και μεγαλύτερη ασφάλεια.
Όλα αυτά και άλλα δείγματα στην περιοχή του Αετού ,όπως τάφοι. κτίσματα διάφορα, πελασγικά τείχη, στύλοι Ναών. μαρμάρινα αντικείμενα), φανερώνουν, ότι πόλεις πολλές διαδέχθηκαν η μία την άλλη σ’ αυτή τη θέση ανά τους αιώνας σε όλες τις χρονικές περιόδους, η περιοχή του Αετού προσφέρεται δεσπόζουσα. Είναι Φυσικά ένας ισχυρισμός που δεν μπορεί να αποδειχθεί παρά μόνο αν κάποτε η αρχαιολογική σκαπάνη θα φέρει στο φως το Αρχαίο Δώριο και τα περίχωρα του.
Στην περιοχή του Αετού όπως είδαμε υπάρχουν αρκετά τεκμήρια ζωής κατά τους Ιστορικούς χρόνους και τα οποία συναντούμε στη συνέχεια, από την υστερομυκηναϊκή εποχή και κάτω, ως τη Βυζαντινή, τη Ενετοκρατία και την Τουρκοκρατία. Τέτοια είναι, πλην των παραπάνω, πλείστα βυζαντινά ερείπια γύρω από την εκκλησία της Θεοτόκου και στις υπώρειες του λόφου Προφήτης Ηλίας, όπου σώζεται κι η πολύ παλιά τοπωνυμία Πολιτεία , πού, σε συνδυασμό με άλλα βυζαντινά ευρήματα, μαρτυρεί—κατά το Γεώργιο Α. Γκότση ,ότι εκεί «μεγάλη πόλις ήκμασε την εποχή εκείνην». Ό ίδιος προσθέτει: «Και Ενετικής εποχής λείψανα ευρίσκονται εν τη περιφερεία εις θέσιν Κάμπος 500 μέτρα κάτωθεν των Πελασγικών τειχών, άπειροι δε οπαί σχήματος πίθων χωρητικότητας 100 και πλέον οκάδων ευ¬ρίσκονται». Επίσης υπήρχε Ακρόπολη της παλιάς πόλης και σήμερα φαίνονται τα τείχη της, ως παλαιό Κάστρο λεγόμενο ,που δέσποζε της περιοχής.
Η ζωή του χωριού χάνεται στα βάθη των αιώνων. Η τοπική παράδοση λέει ότι ο πρώτος οικιστής ήταν κάποιος τσοπάνης ονόματι Αβδάλας. Με αυτό το όνομα υπάρχουν ακόμα οικογένειες μέχρι σήμερα στο χωριό. Αργότερα εγκαταστάθηκαν κι άλλες οικογένειες, όπως των Τσαλαμανέων, Γκοτσέων κ.ά. Το χωριό έχει μεγάλη ιστορία από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας, των Παλαιολόγων ,της Ενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας.
Επί βυζαντινής εποχής επάνω στα ερείπια της ακρόπολης της πόλεως κτίσθηκε το Κάστρο του Αετού. Το φρούριο του το κράτησε περήφανο κάποιος Τζενεράλης. Αυτός που δέχτηκε τον οικιστή της ρημαγμένης γειτονικής Βυδίσοβας, Άρτη Κεφάλα τον έλεγαν (Άρτης = ρωμαλέος και Κεφάλας = με μεγάλο κεφάλι), χειροδύναμο και μεγαλοκέφαλο, που εξόντωσε τον Αρβανίτη Μαύροειδή Αράπη που δυνάστευε την περιοχή.
Ό Αετός ήταν το κέντρο των Κοντοβουνίων όπως ονομάζονται τα ορεινά μέρη της Τριφυλίας λόγω φυσικά του μικρού ύψους των βουνών της. Για την ιστορία του Αετού γράφει ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος Ταξίαρχος Π. Δ.: «Ή κωμόπολις της ορεινής Τριφυλίας, η ημετέρα γενέτειρα, Αετός υπήρχε και επί Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ως προκύπτει εκ της σωζόμενης μικρής εκκλησίας του 7ου αιώνος και των τοιχογραφιών και εικόνων. Εικάζεται δε ότι εις την ίδια θέση υπήρχε προϊστορική πόλη ως εμφαίνεται εκ των κυκλώπειων τειχών πού σώζονται εις δύο σημεία. Προ πολλών ετών είχε ανεβρεθεί λίθινο άγαλμα της Θεάς Κυβέλης και μικρό μαρμάρινο άγαλμα εφήβου, αρίστης τέχνης, καταστραφέν υπό των χωρικών (Φράγκοι — Ενετοί και Τούρκοι στην Πελοπόννησον σελ. 101).
Είναι φυσικό η περιοχή του Αετού λόγω θέσεως και λόγω ύπαρξης άφθονου νερού να έχει κατοικηθεί σε όλες τις χρονολογικές περιόδους. Φυσικά η τοπική παράδοση που ως επί το πλείστον είναι προφορική, δεν μπορεί να φτάσει σε μεγάλο βάθος χρόνου και πολλές φορές είναι ατεκμηρίωτη και παραπλανητική. Η ίδια παράδοση εξηγεί την ονομασία του χωριού ως εξής: Κάποτε, εγκαταστάθηκαν στην απέναντι του χωριού θέση ,η οποία τώρα λέγεται Αγιος Δημήτριος, τσοπάνηδες από άλλη άγνωστη περιοχή, οι οποίοι κατοίκησαν εκεί για πολλά έτη. Αυτό μαρτυριέται από ευρεθέντα στην περιοχή ερείπια σπιτιών και Ναού. Στη σημερινή θέση του χωρίου Αετός και επάνω σε υψηλό κτίσμα ερείπιο παλαιάς πόλεως, είχε την φωλιά του ένας Αετός. Οι τσοπάνηδες για να προσανατολιστούν και σαν σημείο αναφοράς έλεγαν τη φράση «προς Αετό». Επισκεφθέντες δε τη θέση ,όπου και ο αετός, διαπίστωσαν ότι η δική τους θέση προσεβάλλετο από τους βορείους ψυχρούς ανέμους ,σε αντίθεση με αυτή του Αετού που είναι υπήνεμος και κατέληξαν να μετοικήσουν προς Αετό με το όνομα του νέου οικισμού των «Αετός».
Ο Αετός κτισμένος στους πρόποδες της Πύλας ταξιδεύει στους αιώνες, αφήνοντας ορατά ίχνη δόξας και ιστορίας. Θα ήταν παράλειψη αν όλα όσα έχουν συμβεί και γραφεί για τον Αετό δεν τα κωδικοποιήσουμε και τα βάλουμε στη σωστή χρονολογική τους σειρά.
Η περιοχή του Αετού, όπως και ολόκληρη η Μεσσηνία έχει για αρχαιότερους κατοίκους τους Πελασγούς. Αργότερα αυτό το Ινδοευρωπαϊκό φύλο μετονομάζεται και χωρίζεται σε δύο κλάδους ,τους Παρωρεάτες (Ορεινή Τριφυλία) και σε Καύκωνες(Πεδινή Τριφυλία). Είναι αναμφισβήτητο ότι στη θέση του Αετού υπήρχε αρχαίο πόλισμα και μάλιστα κατά την Προϊστορική εποχή. Τούτο μαρτυριέται από τα σωζόμενα μέχρι σήμερα, στο κάτω μέρος του χωριού Κυκλώπεια Πελασγικά τείχη, υστεροελλαδικής εποχής (1580—1120 π.χ), μήκους 1000 μέτρων περίπου, που έφερε στο φως το 1883 ο Γ. Χριστόπουλος, στη θέση Αγριλιές. Κοντά στα τείχη έχουν βρεθεί κατά καιρούς όστρακα λίθινης εποχής (λίθινα πιθανώς κουμπιά) και άφθονα αρχαία και νεωτέρων χρόνων είδη κεραμικής (πήλινα αγγεία κλπ.). Επίσης βρέθηκαν μαρμάρινο αγαλματίδιο με παράσταση γυμνού εφήβου ,καθώς και ακέφαλο ακρωτηριασμένο μαρμάρινο άγαλμα γυναικός με πολύπτυχο χιτώνα. Βρέθηκε κορμί άνδρα από λευκό μάρμαρο κι’ διάφορα εργαλεία λίθινα.
Ο Γεώργιος Α. Γκότσης, από σχετική, πολύ κατατοπιστική μελέτη από την οποία παίρνουμε τις παραπάνω πληροφορίες, προσθέτει: «Εντός δε του Ναϊδρίου της Θεοτόκου υπάρχουν (εκτός των Αγιογραφιών βυζαντινής τέχνης) και τρεις σπόνδυ-λοι κιόνων εκ λευκού μαρμάρου αρχαιότατης εποχής».
Στην ευρύτερη περιφέρεια κάτω από το χωριό Μάλθη (Μποντιά), ανατολικότερα του χωριού Κόκλα, ο Σουηδός αρχαιολόγος ΝΑΤΑΝ VΑLΜΙΝ την περίοδο 1927-1934 άνοιξε τους δύο βασιλικούς τάφους, στη σημερινή Θέση Πούσια, σε κοντινή απόσταση από τα Πελασγικά τείχη. Και οι δύο τάφοι είναι της ίδιας τεχνικής με τους τάφους των Μυκηνών των βασιλέων των Ατρειδών, Αγαμέμνονα κλπ. Τα ευρεθέντα ολίγα αντικείμενα (Αφού οι τάφοι βρέθηκαν συλημένοι) περισυλλέγησαν και τακτοποιήθηκαν κατ’ αρχάς στο Μουσείο που ιδρύθηκε στο χωριό Βασιλικό. Αργότερα μεταφέρθηκαν στα μουσεία της Καλαμάτας ,Αθήνας και Χώρας αφού καταργήθηκε αυτό του Βασιλικού στα τέλη του 1970. Σε τοποθεσία πάνω από τους τάφους βρέθηκε και η Ακρόπολη της τότε Πόλεως. Υποστηρίζεται ότι ή μεγάλη πόλη της περιφέρειας πρέπει να βρισκόταν λόγω θέσεως και ύπαρξης άφθονου νερού στη θέση του Αετού και ότι προάστια τούτης υπήρχαν γύρω πολλά.
Εκεί δε κοντά βρισκόταν και τα αρχαίο Δώριο, μία από τις πολυπληθέστερες πόλεις της εποχής εκείνης. Ο Όμηρος γράφει ότι στη περιοχή βασίλευε ο Νέστωρ της Πύλου (ένθα αί Μούσαι τύφλωσαν τον θράκα Θάμυριν ερχόμενο από τον Οιχαλέα Εύρυτον και ξενιζόμενον υπό των Δωριέων, θελήσαντα να παραβληθεί μετ' αυτών εις την Μουσική) Μετάφραση: Εδώ οι μούσες τύφλωσαν τον Θρακιώτη Θάμυρη που ερχόταν από την Οιχαλία και φιλοξενούμενο από τους Δωριέους, επειδή θέλησε να συναγωνιστεί μαζί τους στη μουσική.
Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει στα Μεσσηνιακά του τα ερείπια του αρχαίου Δωρίου ως εξής: όσο προχωρούμε από Ανδανία προς την πόλη της Κυπαρισσίας είναι η λεγόμενη Πολίχνη και κυλούν τα νερά τους ο ποταμός Ηλέκτρα και ο Κοίος …. Όταν περάσουμε την Ηλέκτρα συναντάμε μια πηγή που λέγεται Αχαΐα και τα ερείπια μιας πόλεως του Δωρίου. Η σημερινή τοποθέτηση των πηγών και των ποταμών δεν δύναται εύκολα να γίνει. Υποστηρίχθηκε από κάποιους πως η πηγή Αχαΐα είναι ο Κεφαλάρης του Αετού, επειδή ο Παυσανίας αναφέρει την Αχαΐα χωριστά από την Ηλέκτρα και τον Κοίο που εκβάλουν στον Μεσσηνιακό κόλπο και ότι η Αχαϊα αντιθέτως εκβάλλει στον Κυπαρισσιακό κόλπο. Η μοναδική δε πηγή της περιοχής που τα νερά της τρέχουν προς την Κυπαρισσία είναι αυτή του Αετού. Αναφορές τέτοιες έχουν κάνει ο Γυμνασιάρχης Γ. Παπανδρέου, Πύργος 1895, και διάφορες εγκυκλοπαίδειες ,όπως η Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Δρανδάκη. Με τις ανασκαφές δε του ΝΑΤΑΝ VΑLΜΙΝ και την αποκάλυψη της Ακρόπολης του Αρχαίου Δωρίου στο Λόφο της Μάλθης δικαιολογείται ο ισχυρισμός ότι η κυρίως πόλη δεν μπορεί να ευρίσκετο σε άλλη έκταση, παρά την προς Αετού την Νοτιοδυτική, στεγνή και εύφορη, που παρείχε και μεγαλύτερη ασφάλεια.
Όλα αυτά και άλλα δείγματα στην περιοχή του Αετού ,όπως τάφοι. κτίσματα διάφορα, πελασγικά τείχη, στύλοι Ναών. μαρμάρινα αντικείμενα), φανερώνουν, ότι πόλεις πολλές διαδέχθηκαν η μία την άλλη σ’ αυτή τη θέση ανά τους αιώνας σε όλες τις χρονικές περιόδους, η περιοχή του Αετού προσφέρεται δεσπόζουσα. Είναι Φυσικά ένας ισχυρισμός που δεν μπορεί να αποδειχθεί παρά μόνο αν κάποτε η αρχαιολογική σκαπάνη θα φέρει στο φως το Αρχαίο Δώριο και τα περίχωρα του.
Στην περιοχή του Αετού όπως είδαμε υπάρχουν αρκετά τεκμήρια ζωής κατά τους Ιστορικούς χρόνους και τα οποία συναντούμε στη συνέχεια, από την υστερομυκηναϊκή εποχή και κάτω, ως τη Βυζαντινή, τη Ενετοκρατία και την Τουρκοκρατία. Τέτοια είναι, πλην των παραπάνω, πλείστα βυζαντινά ερείπια γύρω από την εκκλησία της Θεοτόκου και στις υπώρειες του λόφου Προφήτης Ηλίας, όπου σώζεται κι η πολύ παλιά τοπωνυμία Πολιτεία , πού, σε συνδυασμό με άλλα βυζαντινά ευρήματα, μαρτυρεί—κατά το Γεώργιο Α. Γκότση ,ότι εκεί «μεγάλη πόλις ήκμασε την εποχή εκείνην». Ό ίδιος προσθέτει: «Και Ενετικής εποχής λείψανα ευρίσκονται εν τη περιφερεία εις θέσιν Κάμπος 500 μέτρα κάτωθεν των Πελασγικών τειχών, άπειροι δε οπαί σχήματος πίθων χωρητικότητας 100 και πλέον οκάδων ευ¬ρίσκονται». Επίσης υπήρχε Ακρόπολη της παλιάς πόλης και σήμερα φαίνονται τα τείχη της, ως παλαιό Κάστρο λεγόμενο ,που δέσποζε της περιοχής.
Η ζωή του χωριού χάνεται στα βάθη των αιώνων. Η τοπική παράδοση λέει ότι ο πρώτος οικιστής ήταν κάποιος τσοπάνης ονόματι Αβδάλας. Με αυτό το όνομα υπάρχουν ακόμα οικογένειες μέχρι σήμερα στο χωριό. Αργότερα εγκαταστάθηκαν κι άλλες οικογένειες, όπως των Τσαλαμανέων, Γκοτσέων κ.ά. Το χωριό έχει μεγάλη ιστορία από τα χρόνια της Φραγκοκρατίας, των Παλαιολόγων ,της Ενετοκρατίας και της Τουρκοκρατίας.
Επί βυζαντινής εποχής επάνω στα ερείπια της ακρόπολης της πόλεως κτίσθηκε το Κάστρο του Αετού. Το φρούριο του το κράτησε περήφανο κάποιος Τζενεράλης. Αυτός που δέχτηκε τον οικιστή της ρημαγμένης γειτονικής Βυδίσοβας, Άρτη Κεφάλα τον έλεγαν (Άρτης = ρωμαλέος και Κεφάλας = με μεγάλο κεφάλι), χειροδύναμο και μεγαλοκέφαλο, που εξόντωσε τον Αρβανίτη Μαύροειδή Αράπη που δυνάστευε την περιοχή.
Ό Αετός ήταν το κέντρο των Κοντοβουνίων όπως ονομάζονται τα ορεινά μέρη της Τριφυλίας λόγω φυσικά του μικρού ύψους των βουνών της. Για την ιστορία του Αετού γράφει ο Παναγιώτης Παπαδόπουλος Ταξίαρχος Π. Δ.: «Ή κωμόπολις της ορεινής Τριφυλίας, η ημετέρα γενέτειρα, Αετός υπήρχε και επί Βυζαντινής αυτοκρατορίας, ως προκύπτει εκ της σωζόμενης μικρής εκκλησίας του 7ου αιώνος και των τοιχογραφιών και εικόνων. Εικάζεται δε ότι εις την ίδια θέση υπήρχε προϊστορική πόλη ως εμφαίνεται εκ των κυκλώπειων τειχών πού σώζονται εις δύο σημεία. Προ πολλών ετών είχε ανεβρεθεί λίθινο άγαλμα της Θεάς Κυβέλης και μικρό μαρμάρινο άγαλμα εφήβου, αρίστης τέχνης, καταστραφέν υπό των χωρικών (Φράγκοι — Ενετοί και Τούρκοι στην Πελοπόννησον σελ. 101).
Είναι φυσικό η περιοχή του Αετού λόγω θέσεως και λόγω ύπαρξης άφθονου νερού να έχει κατοικηθεί σε όλες τις χρονολογικές περιόδους. Φυσικά η τοπική παράδοση που ως επί το πλείστον είναι προφορική, δεν μπορεί να φτάσει σε μεγάλο βάθος χρόνου και πολλές φορές είναι ατεκμηρίωτη και παραπλανητική. Η ίδια παράδοση εξηγεί την ονομασία του χωριού ως εξής: Κάποτε, εγκαταστάθηκαν στην απέναντι του χωριού θέση ,η οποία τώρα λέγεται Αγιος Δημήτριος, τσοπάνηδες από άλλη άγνωστη περιοχή, οι οποίοι κατοίκησαν εκεί για πολλά έτη. Αυτό μαρτυριέται από ευρεθέντα στην περιοχή ερείπια σπιτιών και Ναού. Στη σημερινή θέση του χωρίου Αετός και επάνω σε υψηλό κτίσμα ερείπιο παλαιάς πόλεως, είχε την φωλιά του ένας Αετός. Οι τσοπάνηδες για να προσανατολιστούν και σαν σημείο αναφοράς έλεγαν τη φράση «προς Αετό». Επισκεφθέντες δε τη θέση ,όπου και ο αετός, διαπίστωσαν ότι η δική τους θέση προσεβάλλετο από τους βορείους ψυχρούς ανέμους ,σε αντίθεση με αυτή του Αετού που είναι υπήνεμος και κατέληξαν να μετοικήσουν προς Αετό με το όνομα του νέου οικισμού των «Αετός».
Τετάρτη 19 Σεπτεμβρίου 2012
Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2012
Aetos Messinias: ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΑΕΤΟΥ
Aetos Messinias: ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΑΕΤΟΥ: Ο Αετός είναι ένα από τα πολλά χωριά της πατρίδας μας που έχουν χαρακτηριστεί Μαρτυρικά. Η ιστορική του διαδρομή διέρχεται αιώνες αγώνων δόξ...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)